Βατούμ
Ιστορία
Συγγραφέας: TCHKOIDZE ΕΚΑ
Στη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας στην περιοχή τα μόνα σχολεία που λειτουργούσαν ήταν αυτά στα τζαμιά που ασχολούνταν αποκλειστικά με τη μελέτη του Κορανίου. Αυτά τα σχολεία ονομάζονταν «Madrasa» ή «Medrese» (λέξη αραβικής προέλευσης). Σε όλο το Oblast του Βατούμ υπήρχαν 207 Madrasa1.
Ούτε στο Βατούμ αλλά ούτε και στην ευρύτερη περιοχή δεν υπήρχε ούτε ένα δημόσιο σχολείο2. Ο A. Frenkel ήταν ο πρώτος που επισήμανε ότι το μοναδικό «ευρωπαϊκό σχολείο»3 το οποίο λειτουργούσε στο Βατούμ πριν την ένταξη στην Τσαρική αυτοκρατορία ήταν το ελληνικό σχολείο που ιδρύθηκε το 18614. Αυτή η πληροφορία αμφισβητήθηκε αργότερα εφόσον επρόκειτο για ενοριακό σχολείο που δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί το πρώτο δημόσιο5. Ωστόσο, έχει επικρατήσει η άποψη ότι το ελληνικό σχολείο πρέπει να θεωρηθεί το πρώτο που άνοιξε στο Βατούμ6.
Ο A. Frenkel δίνει κάποιες πληροφορίες για την οργάνωση των μουσουλμανικών σχολείων. Σε κάθε τζαμί λειτουργεί σχολείο το οποίο ασχολείται, όπως προαναφέραμε, με τη μελέτη του Κορανίου. Εντούτοις οι μαθητές πολλές φορές ήταν αγράμματοι7. Αυτό συνέβαινε επειδή η φοίτηση ήταν στα αραβικά, γλώσσα ακατανόητη για τους κατοίκους. Για αυτό οι μαθητές μάθαιναν τις προσευχές απέξω χωρίς να καταλαβαίνουν το νόημα8.
Η πρώτη προσπάθεια ίδρυσης δημοσίου σχολείου ανήκει στον Ρώσο αναπληρωτή πρόξενο Djudichi (Джiудичи) που δραστηριοποιόταν στο Βατούμ πριν και μετά την επανένταξη, ο οποίος είχε αγοράσει 12 οικόπεδα και τα είχε δωρίσει για τις ανάγκες της ανέγερσης του σχολείου χωρίς ωστόσο να επιτευχθεί ο στόχος9.
Το ελληνικό σχολείο που προαναφέραμε στεγαζόταν σε ένα κτίσμα δίπλα στην ελληνική εκκλησία10 και αποτελείτο μόλις από δύο δωμάτια11. Το 1879 το σχολείο αυτό είχε 40 μαθητές και έναν μόνο καθηγητή ο οποίος αμειβόταν από τους ευκατάστατους γονείς μερικών μαθητών. Ο επιβλέπων του σχολείου ήταν ιερέας της ελληνικής εκκλησίας και το πρόγραμμα των διδακτικών αντικειμένων είχε συνταχθεί στα ελληνικά12.
Μετά την επανένταξη της περιοχής στη Γεωργία ο πρώτος στόχος που τέθηκε από τους Γεωργιανούς του πνεύματος ήταν η ιδεολογική προσέγγιση του πληθυσμού προκειμένου να μην νιώσει αποξενωμένος και απομονωμένος από την υπόλοιπη Γεωργία (και λόγω θρησκευτικής διαφοράς). Το πιο αποτελεσματικό μέσο για την επίτευξη του στόχου αυτού θεωρήθηκε η στήριξη και η προώθηση της γεωργιανής γλώσσας, του πιο δυνατού στοιχείου που ένωνε τους ντόπιους με τους υπόλοιπους Γεωργιανούς. Αυτό απαιτούσε την ίδρυση γεωργιανών σχολείων13, καθώς αυτά που ίδρυαν οι επίσημες αρχές ήταν ρωσικά. Το πρώτο γεωργιανό σχολείο της πόλης (και της περιοχής) άνοιξε στις 23 Μαρτίου του 1881 (στον παρακάτω κατάλογο σχολείο υπ’ αριθμόν 6). Ήταν η πρωτοβουλία του Συνδέσμου της Προώθησης των Γραμμάτων ανάμεσα στους Γεωργιανούς (στα γεωργιανά ქართველთა შორის წერა-კითხვის გამავრცელებელი საზოგადოება)14. Αυτό το βαρυσήμαντο γεγονός τιμήθηκε με την έλευση του ίδιου του Ilia Chavchavadze15 από την Τιφλίδα, που προσφώνησε λόγο. Ο σύνδεσμος νοίκιασε με 240 ρούβλια ένα κτήρια που αποτελείτο από 3 δωμάτια. Ο αριθμός των πρώτων μαθητών ήταν 28 εκ των οποίων οι 11 ήταν μουσουλμάνοι (10 αγόρια και ένα κορίτσι16). Υπήρχε μόνο μια τάξη και η φοίτηση διαρκούσε 2 χρόνια. Διδάσκονταν τα εξής αντικείμενα: γεωργιανή γλώσσα, ρωσική γλώσσα, θρησκευτικά, καλλιγραφία, αριθμητική, γυμναστική και ψαλμωδία. Ο A. Naneishvili ορίστηκε ως πρώτος δάσκαλος του σχολείου17. Χάρη σε διάφορες δωρεές το 1895 το σχολείο αυτό απέκτησε το μονώροφο κτήριο.
Την ίδια χρονιά (1881) άνοιξε ρωσικό δημοτικό σχολείο με 3ετή φοίτηση, που το 1886 έγινε 6ετής18(στον παρακάτω κατάλογο Σχολή υπ’ αριθμό 3).
Αξίζει να σταθούμε στο θέμα των σχολείων θηλέων. Πρόκειται για μια περιοχή που επί 300 χρόνια υπήρξε μουσουλμανική διοικητική μονάδα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Επομένως, οι παραδόσεις σε ορισμένα θέματα ήταν ίδιες. Γυναίκες από τα 12 υποχρεώνονταν να φορούν φερετζέ και δεν μορφώνονταν. Εντούτοις σχεδόν κανένα κορίτσι δεν ήταν αναλφάβητο. Μάθαιναν στα σπίτια τους τα γράμματα και κατ’ αυτό τον τρόπο διατηρήθηκαν και τα γεωργιανά ως μητρική τους γλώσσα19.
Οι τσαρικές αρχές ήθελαν εξ αρχής να ανοίξει σχολείο θηλέων στην περιοχή και χειρίστηκαν το θέμα με λεπτότητα μελετώντας πρώτα ορισμένα επίμαχα θέματα. Τελικά το πρώτο σχολείο θηλέων άνοιξε το 188620 και για πολλά χρόνια στεγαζόταν σε διάφορα κτήρια μέχρι να αποκτήσει το δικό του21.
Μεγάλη μάχη δόθηκε από τους τοπικούς για να ανοίξει στην πόλη το πρώτο γυμνάσιο22. Ο αγώνας ξεκίνησε το 1893 και χρειάστηκαν 4 χρόνια για να επιτευχθεί ο στόχος23. Στις 26-27 Ιουνίου του 1897 ο δήμος της πόλης παραχώρησε παραθαλάσσια έκταση των 2 623,95 τετραγωνικών μέτρων για το Γυμνάσιο Αρρένων. Ο σχεδιασμός του κτηρίου ανατέθηκε στον στρατιωτικό μηχανικό Sedelnikov24. Στον πρώτο όροφο του διώροφου κτηρίου στεγαζόταν γυμναστήριο, ενώ στον δεύτερο εκκλησία, αίθουσα συνεδριάσεων, 8 τάξεις, τάξη για τα μαθήματα τεχνών, τάξη φυσικής, εργαστήριο και βιβλιοθήκη.
Το Γυμνάσιο ξεκίνησε να λειτουργεί από την 1η Ιουλίου του 1897, ενώ ιδιαίτερα λαμπρή τελετή εγκαινίων έγινε λίγο αργότερα, στις 14 Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους25. Στη θέση του γυμνασιάρχη διορίστηκε ο πρώην γυμνασιάρχης του Κουταΐσι ο A. I. Stoyanov26. Διδάσκονταν τα εξής αντικείμενα: θρησκευτικά, γραμματική της ρωσικής γλώσσας, ρητορική, ποίηση, μαθηματικά, γεωγραφία, ιστορία, φυσική, νομική, γεωργικές επιστήμες, κοσμική αρχιτεκτονική, ξένη και λατινική γλώσσα, γεωργιανή γλώσσα, καλλιγραφία, σχεδιασμός, έκθεση και άλλα27. Δέχονταν παιδιά 8 ετών και η φοίτηση ήταν στα ρωσικά28. Στο Βατούμ και σε άλλα σχολεία της ευρύτερης περιοχής έρχονταν δάσκαλοι και καθηγητές κυρίως από τη Δυτική Γεωργία με ενθουσιασμό και προθυμία29. Για αυτό η περιοχή ποτέ δεν είχε έλλειψη εκπαιδευτικού προσωπικού. Κυρίως η έλλειψη πόρων και το περίπλοκο γραφειοκρατικό σύστημα της τσαρική Ρωσίας δημιουργούσε προβλήματα.
Οι ίδιες δυσκολίες προέκυψαν και στην περίπτωση της ίδρυσης γυμνασίου θηλέων. Το προαναφερόμενο σχολείο θηλέων το 1900 μετατράπηκε σε γυμνάσιο θηλέων το οποίο για το έτος 1906 ήταν το πιο πρόσφατο που είχε ανοίξει στον Καύκασο30.
Σχεδόν αμέσως με τα σχολεία και γυμνάσια στο Βατούμ εμφανίστηκαν και οι επαγγελματικές σχολές. Η πρώτη τέτοια άνοιξε τον Οκτώβριο του 1889 (βλ. στον παρακάτω κατάλογο σχολείο υπ’ αριθμόν 5) και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της βιομηχανίας στην περιοχή31.
Το 1912 οι αρχές της πόλης έθεσαν το ζήτημα της εγκαθίδρυσης του παιδαγωγικού Ινστιτούτου στο Βατούμ αλλά η πρόταση απορρίφθηκε από την κεντρική εξουσία32.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι μετά το 1914 ανάμεσα στα 23 σχολεία που καταγράφονται στο Βατούμ τα 4 είναι αρμενικά, τα 3 ελληνικά, τα 2 μουσουλμανικά, ένα εβραϊκό και ένα πολωνικό. Τα υπόλοιπα είναι ρωσικά και γεωργιανά33.
[1] სამხრეთ-დასავლეთ საქართველოს ისტორიის ნარკვევები: აჭარა, 4 ტომად, ტ. 3 ბათუმის ოლქი (1877-1920) (= «Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία»), 4τομη έκδοση, τ. 3ος «Η επαρχία του Βατούμ στα 1877-1920), Βατούμ 2008, σ. 531 (στη συνέχεια: «Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία»).
[2] «Батум и его окрестности» (= «Το Βατούμ και τα περίχωρά του»), Βατούμ 1906, σ. 588.
[3] Προφανώς στο «ευρωπαϊκό σχολείο» εννοεί «κοσμικό» ή «δημόσιο» σχολείο.
[4] А. Френкель (A. Frenkel), Очерки Чурук-Су и Ватума (= «Δοκίμια για το Churuk-Su και Βατούμ»), Тифлис- Τιφλίδα 1879, σ. 85.
[5] «Батум и его окрестности», σ. 588.
[6] Ο T. Komakhidze το αναφέρει ως υπ’ αριθμό πρώτο. თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის განათლებისა და კულტურის ისტორიის საკითხები“ (= «Θέματα της ιστορίας της παιδείας και του πολιτισμού της πόλης του Βατούμ»), წიგნი 1 (βιβλίο 1ο), Βατούμ 1996, σ. 10.
[7] А. Френкель (A. Frenkel), Очерки Чурук-Су и Ватума, σ. 85. Στο σημείο αυτό (σσ. 85-86) ο συγγραφέας δίνει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την τουρκική γραφική ύλη που χρησιμοποιούνταν την εποχή εκείνη.
[8] თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის განათლებისა და კულტურის ისტორიის საკითხები“ (= «Θέματα της ιστορίας της παιδείας και του πολιτισμού της πόλης του Βατούμ»), წიგნი 1 (βιβλίο 1ο), Βατούμ 1996, σ. 3. Αυτά τα σχολεία αποτελούνταν από τρία στάδια και στο Βατούμ λειτουργούσαν μόνο τα δύο. Το τρίτο στάδιο που ίσως θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το επίπεδο του γυμνασίου εκείνης της περιόδου δεν υπήρχε στην ευρύτερη περιοχή. გრ. ბაბილოძე (Gr. Babilodze), განათლების აღმავლობა აჭარაში («Ανάπτυξη της παιδείας στην Ατζαρία»), ბათუმი Βατούμ 1979, σ. 62.
[9] А. Френкель (A. Frenkel), Очерки Чурук-Су и Ватума, σ. 84, «Батум и его окрестности», σ. 588. Δεν αναφέρεται πότε ακριβώς έγινε. Ωστόσο είναι σαφές ότι πρόκειται για τις αρχές της δεκαετίας του 1870.
[10] Σήμερα βρίσκεται στην οδό του Parnavaz mepe (ფარნავაზ მეფის ქუჩა).
[11] Στο ελληνικό σχολείο αναφέρεται και ο Е. Г. Вейденбаумь (E. G. Weidenbaum) που επισκέφτηκε την πόλη το 1878. Βλ. Кавказские Этюды (Καυκάσια δοκίμια) (άρθρο «От Батума до Артвина» Από το Βατούμ μέχρι το Artvin), Тифлис Τιφλίδα, 1901, σ. 101.
[12] «Батум и его окрестности», σ. 589.
[13] Αυτό ήταν άλλωστε το βασικό αίτημα της ατζαρικής αντιπροσωπείας που κατέφθασε στην Τιφλίδα αμέσως μετά την απελευθέρωση. Βλ. τον λόγο που εκφώνησε ο Sh. Khimshiashvili, ακτιβιστής της Ατζαρίας υπέρ της επανένωσης με τη Γεωργία, στην ειδική δεξίωση που έλαβε χώρα στη γεωργιανή πρωτεύουσα. Βλ. εφημερίδα დროება (Droeba), # 6 1978, τεύχος 126.
[14] Πρόκειται για τον σπουδαιότατο εκπαιδευτικό και πολιτιστικό σύνδεσμο που ιδρύθηκε το 1879 στην Τιφλίδα. Ο σύνδεσμος συγκέντρωσε όλους τους επιφανείς διανοουμένους Γεωργιανούς της εποχής που η βασική τους μέριμνα ήταν να κάνουν προσιτή τη στοιχειώδη εκπαίδευση για όλα τα στρώματα της γεωργιανής κοινωνίας και να καταπολεμήσουν τον αναλφαβητισμό ακόμα και στις πιο ορεινές και απρόσιτες περιοχές. Ο σύνδεσμος διοργάνωνε διάφορες φιλανθρωπικές εκδηλώσεις (συναυλίες, παραστάσεις κ.ο.κ.) προκειμένου να συγκεντρωθούν τα ποσά που χρειάζονταν. Ο Σύνδεσμος λειτούργησε μέχρι το 1923 και έπαιξε τον καταλυτικό ρόλο για την ανάπτυξη της εκπαίδευσης σε όλη τη Γεωργία. Stephen F. Jones, Socialism in Georgian Colors: The European Road to Social Democracy, 1883-1917, Harvard University Press, 2005, σ. 37. D. M. Lang, A Modern History of Georgia, London, 1962, σ. 109.
[15] «Πατέρας» του Γεωργιανού έθνους, κοινώς ονομαζόμενος μόνο με το μικρό του όνομα Ilia, έζησε στα χρόνια 1837-1907. Πρόκειται για συγγραφέα, ποιητή, ιδρυτή και αρχισυντάκτη εφημερίδων, νομικό, τον σημαντικότερο πολιτικό παράγοντα της εποχής στη Γεωργία. Δεν υπήρχε τομέας πολιτικού και δημόσιου βίου να μην είχε επηρεάσει. Μετά την επανένταξη επισκέφτηκε 3 φορές την Ατζαρία και στήριξε με τον δικό του μοναδικό τρόπο τον πληθυσμό της περιοχής. Στην εφημερίδα του ივერია (Iveria) τον Φεβρουάριο του 1879 # 10 έκανε έκκληση σε όλους τους Γεωργιανούς να ευαισθητοποιηθούν και να βοηθήσουν υλικά τους κατοίκους της Ατζαρίας. Η έκκληση δεν άφησε κανέναν αδιάφορο.
[16] Πρόκειται για την πρώτη μουσουλμάνα Γεωργιανή που γράφτηκε στο πρώτο γεωργιανό σχολείο της πόλης. Το όνομά της ήταν Ulvie, κόρη εγχώριου άρχοντα Husein-Beg Αbashidze. Το γεγονός αυτό προκάλεσε μεγάλη δυσφορία στην τοπική κοινωνία αλλά κανένας δεν τολμούσε να το πει ανοιχτά γιατί ο πατέρας της έχαιρε μεγάλου κύρους. თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის ჯანმრთელობის კერებისა და საკურორტო ქსელის განვითარების ისტორია“ (= Ιστορία της ανάπτυξης των ιατρικών κέντρων και του δικτύου θέρετρων της πόλης του Βατούμ), σ. 152. Οι τοπικοί φοβούνταν ότι η φοίτηση στο γεωργιανό (είτε στο ρωσικό) σχολείο θα απειλούσε την ακεραιότητα της πίστης τους.
[17]«Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία», σ. 533.
[18] «Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία», σ. 534.
[19] თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის ჯანმრთელობის კერებისა და საკურორტო ქსელის განვითარების ისტორია“ (= Ιστορία της ανάπτυξης των ιατρικών κέντρων και του δικτύου θέρετρων της πόλης του Βατούμ), Βατούμ 1997, σ. 151.
[20] «Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία», σ. 534.
[21] Βλ. λεπτομερώς «Батум и его окрестности», σ. 593-594. Πρόκειται για το σχολείο υπ’ αριθμό 4 του καταλόγου που παραθέτουμε παρακάτω.
[22] Ο ίδιος ο δήμαρχος της πόλης ο L. Asatiani αναγκάστηκε να επισκεφτεί την Αγία Πετρούπολη για να πάρει την έγκριση της κεντρικής εξουσίας. «Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία», σ. 536.
[23] Ο βασικός λόγος μιας τέτοιας καθυστέρησης σχεδόν πάντα ήταν η «ασυμφωνία» ανάμεσα στις τοπικές (Βατούμ-Κουταΐσι-Τιφλίδα) και τις κεντρικές (Αγία Πετρούπολη) αρχές, η οποία, ως επί τον πλείστον, είχε οικονομικό χαρακτήρα (δηλαδή η κεντρική εξουσία δεν συμφωνούσε να δαπανηθούν τόσα χρήματα όσα απαιτούσαν οι τοπικές αρχές).
[24] Οι επιπλέον πληροφορίες για το πρώτο Γυμνάσιο Αρρένων είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα του Κρατικού Πανεπιστημίου Shota Rustaveli του Βατούμ http://www.bsu.edu.ge/index.php?lang=en
[25] Στο κτήριο αυτό σήμερα στεγάζεται το Κρατικό Πανεπιστήμιο Shota Rustaveli του Βατούμ.
[26] «Батум и его окрестности», σ. 601.
[27] Ενδεικτικές ώρες διδασκαλίας κάποιων διδακτικών αντικειμένων κάθε μήνα: ρωσική γλώσσα – 30 ώρες (οι περισσότερες), αριθμητικά – 15, γεωργιανή γλώσσα 9. «Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία», σ. 537.
[28]«Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία», σ. 535.
[29] ό.π. σ. 537.
[30] «Батум и его окрестности», σ. 611.
[31] «Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία», σ. 536.
[32] ό.π. σ. 537. Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο τελικά άνοιξε το 1923 (βλ. λεπτομέρειες http://www.bsu.edu.ge/index.php?lang=en )
[33] თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის განათლებისა და კულტურის ისტორიის საკითხები“ (= «Θέματα της ιστορίας της παιδείας και του πολιτισμού της πόλης του Βατούμ»), წიგნი 1 (βιβλίο 1ο), Βατούμ 1996, σ. 11.
Οι αναλυτικές δαπάνες για όλα τα σχολεία και γυμνάσια της πόλης ανά έτος στα χρόνια 1888-1904 είναι διαθέσιμες στο βιβλίο «Батум и его окрестности» (σ. 615-617).
Επιστροφή