ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ. Το πρόγραμμα 'Black Sea' είναι ένα πρόγραμμα επικοινωνίας, ακαδημαϊκού διαλόγου και επιστημονικής ανταλλαγής, για να φέρει
κοντά μελετητές πέρα από τα σύνορα: Ουκρανούς, Ρώσους, Έλληνες, Τούρκους, Γεωργιανούς, Βούλγαρους, Ρουμάνους, Μολδαβούς.
Δεν υπάρχει Ανατολή και Δύση. Υπάρχει ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ. Ας ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ
Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

Βατούμ


Η ενδοχώρα της πόλεως-λιμανιού    EN GR RU

Συγγραφέας: TCHKOIDZE ΕΚΑ

Μονάδες μέτρησης:

Верста (verst) = 1 066,781 χιλιόμετρα

Сажень (sazhen) αυτή την περίοδο = 2,1 μέτρα

Пуд (pood) = περίπου 16.38 κιλά

Το 1878 το Βατούμ ουσιαστικά ήταν χωριό με 3.000 κατοίκους. Σε σχέση με άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας με την ίδια έκταση ο πληθυσμός ήταν ελάχιστος  [i]. Το μεγαλύτερο μέρος της πόλης αποτελείτο από βάλτους, νεκροταφεία και καλλιέργειες ρυζιού [ii]. Δεν υπήρχε αποχετευτικό σύστημα. Επομένως, οι δρόμοι (αν μπορούσαν να χαρακτηριστούν έτσι) μετά τη βροχή πλημμύριζαν. Τα απορρίμματα ρίχνονταν κατευθείαν στη θάλασσα. Κατά συνέπεια, η υγειονομική κατάσταση ήταν δραματική. Η εφημερίδα დროება (Droeba) που εκδιδόταν στην Τιφλίδα το χαρακτηρίζει με τα μελανότερα χρώματα: «Το Βατούμ είναι καθαρά ανατολίτικη πόλη. Εδώ για αστική καθαριότητα μάλλον δεν φρόντισαν ποτέ. Οι πλατείες και οι δρόμοι είναι βρώμικοι» [iii]. Εντούτοις, σε αντίθεση με άλλες οθωμανικές πόλεις ήταν σε καλύτερη μοίρα. Το βασικό χαρακτηριστικό που το ξεχώριζε από άλλα τουρκικά αστικά κέντρα ήταν το γεγονός ότι οι δρόμοι δεν ήταν τόσο λοξοί και απομακρυσμένοι [iv]. Όλη η πόλη είχε διαχωριστεί σε οικόπεδα (участки) τα οποία μέχρι και το τέλος του 19ου αι. πωλούνταν δημόσια και ανοιχτά σε όλους όσους το επιθυμούσαν. Οι επίδοξοι αγοραστές ως επί τον πλείστον ήταν ντόπιοι και διάφοροι έμποροι [v].

Για να βελτιωθεί η υγειονομική κατάσταση έπρεπε να ληφθούν επειγόντως κάποια απαραίτητα μέτρα. Το 1879 ο κυβερνήτης του Όμπλαστ του Βατούμ, ο K. Komarov απαγόρευσε τις καλλιέργειες του ρυζιού σε όλη την πόλη, κάτι που ελάττωσε σημαντικά τις βαλτωμένες εκτάσεις. Την ίδια χρονιά ο αντιβασιλιάς του Καυκάσου [vi] ανέθεσε στον μηχανικό/στρατηγό Zhilinsky (Жилинский) να μελετήσει τους βάλτους της πόλης και να προτείνει μέτρα και σχέδιο της καταπολέμησής τους. Η υλοποίηση του έργου της αποξήρανσης ανατέθηκε στον ίδιο [vii]. Το 1882-84 κατασκευάστηκαν διάφορα κανάλια και έτσι εξαφανίστηκε ο βάλτος σε έκταση 810,500 τετραγωνικών sazhen που μείωσε κατά 30 % τον αριθμό των ασθενών που είχαν προσβληθεί από μαλάρια στα χρόνια1883-1892 [viii]. Σε αυτούς τους αποξηραμένους βάλτους φύτεψαν φρούτα και λαχανικά που εφοδίαζαν τον πληθυσμό της πόλης.

Πολλά νεκροταφεία μέσα στην πόλη επίσης δημιουργούσαν υγειονομικό πρόβλημα. Το έργο της κατασκευής τριών νεκροταφείων (χριστιανικού, εβραϊκού και μουσουλμανικού) εκτός πόλης ανατέθηκε στον τοπογράφο Peskov (Песков) ήδη το 1879. Ωστόσο, φαίνεται ότι δεν δόθηκε η πρέπουσα σημασία για να υλοποιηθεί η απόφαση αυτή. Έτσι, το 1881 το θέμα των νεκροταφείων επανήλθε ξανά στο προσκήνιο. Δημιουργήθηκε ειδική επιτροπή που αποτελείτο από αρχιτέκτονα, εκπρόσωπο του δήμου και των κληρικών που θα επέλεγε μέρος για νεκροταφείο ορθοδόξων, καθολικών, αρμενίων, προτεσταντών και μουσουλμάνων [ix]. Κατά συνέπεια, τα νεκροταφεία εντός πόλης καταργήθηκαν και από το 1888 μεταφέρθηκαν εκτός πόλης.

Όλα αυτά τα μέτρα συνέβαλαν στο έπακρο στη ραγδαία ανάπτυξη του Βατούμ ως αστικού κέντρου. Η πόλη σε περίπου 7 χρόνια είχε αποκτήσει τελείως ευρωπαϊκό χαρακτήρα [x]. Και με την ποικιλία και με την ποιότητα της ζωής υπερείχε κατά πολύ από τις κυβερνητικές πόλεις (губернские города) της αυτοκρατορίας. Όλη αυτή η εξέλιξη οφειλόταν και στην εμπορική της ανάπτυξη[xi].

Από το 1884 μέχρι το 1895 δεν συζητήθηκαν, ούτε λήφθηκαν άλλα μέτρα για την αποξήρανση των βαλτωμένων εκτάσεων. Το 1895 ο πολιτάρχης της πόλης L. Asatiani επανέφερε το ζήτημα αυτό στις ανώτερες αρχές αλλά απέτυχε λόγω έλλειψης πόρων. Στα επόμενα χρόνια ο πολιτάρχης έδωσε πραγματική μάχη και κατάφερε να πάρει την απαραίτητη έγκριση το 1899. Η πραγματοποίηση του σχετικού έργου ανατέθηκε πάλι στον Zhilinsky την άνοιξη του επόμενου έτους [xii]. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν σε δύο χρόνια [xiii]. Κατασκευάστηκαν διάφορα μεγάλα κανάλια [xiv]. Στη συνέχεια τέθηκε το ζήτημα της αποξήρανσης μιας μικρής λίμνης στο κέντρο της πόλης εκεί που αργότερα αναγέρθηκαν το γεωργιανό και το ελληνικό σχολείο [xv]. Έτσι αντιμετωπίστηκε πλήρως το θέμα των βάλτων στην πόλη.

Για τη δεκαετία του 1890 η πόλη είχε διαιρεθεί σε 4 διοικητικές και αστυνομικές περιοχές: Azizie, Akhmedie, Muphtie και Nurie. Το Azizie [xvi] βρισκόταν στη ΒΑ πλευρά και αποτελούσε σημαντικό εμπορικό κέντρο. Εκεί είχε συγκεντρωθεί το μεγαλύτερο μέρος διοικητικών και κοινωνικών κτηρίων/ιδρυμάτων. Ανατολικά του Azizie θα συναντούσε κανείς το Akhmedie που είχε στενά και λοξά δρομάκια. Εδώ βρίσκονταν μερικά εμπορικά κέντρα, τουρκική αγορά, ψιλικατζίδικα, ταβέρνες και καφενεία. Ο φτωχός πληθυσμός κατοικούσε στη μεγαλύτερη περιοχή, στο Muphtie, όπου βρίσκονταν πετρελαϊκά εργοστάσια. Νότια από το Azizie βρισκόταν το Nurie που ήταν περισσότερο ευρωπαϊκή περιοχή κατοικημένη από την αριστοκρατία της πόλης. Εδώ βρίσκονταν τα γυμνάσια αρρένων και θηλέων και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Το ιστορικό Βατούμ ουσιαστικά αναπτύχθηκε ανάμεσα στο λιμάνι και το παραθαλάσσιο πάρκο. Η ευνοϊκή τοποθεσία του λιμανιού καθόρισε τη φυσική αρχιτεκτονική ανάπτυξη της πόλης: όλα οδηγούσαν από και προς τη θάλασσα. Δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι οι μεγάλοι δρόμοι του Βατούμ ξεκινούσαν από τη θάλασσα [xvii].

Η πόλη υπέστη πολύ λίγες αλλαγές αργότερα, στο μεταίχμιο του 19ου-20ου αιώνα. Το Βατούμ σε γενικές γραμμές διατηρεί ακόμα και σήμερα τον αρχικό του αρχιτεκτονικά αρμονικό χαρακτήρα κάτι που το καθιστά μια εξαιρετικά ήρεμη και ευχάριστη πόλη.

 


[i] А. Френкель, Очерки Чурук-Су и Ватума [A. Frenkel, Δοκίμια για το Churuk-Su και Βατούμ], (Τιφλίδα: 1879), σ. 60.

[ii]Батум и его окрестности [Το Βατούμ και τα περίχωρά του], (Βατούμ: 1906), σ. 535-536.

[iii] დროება [Droeba], 1887, αρ. 178. Εξίσου τραγική χαρακτηρίζει την υγειονομική κατάσταση στην πόλη και ο A. Frenkel. ό.π. σ. 61.

[iv] Το αναφέρει χαρακτηριστικά ο ταξιδιώτης Е. Г. Вейденбаумь που επισκέφτηκε την πόλη το 1878. Βλ. Кавказские Этюды [E. G. Weidenbaum, Καυκάσια δοκίμια], От Батума до Артвина [Από το Βατούμ μέχρι το Artvin], (Τιφλίδα: 1901), σ. 101.

[v]Το Βατούμ και τα περίχωρά του, (Βατούμ: 1906), σ. 27.

[vi] Στα χρόνια 1863 - 1881 τη θέση του αντιβασιλιά του Καυκάσου (Наместник Кавказа) την κατέχει ο Mikhail Nikolaevich Romanov, τέταρτος γιός του αυτοκράτορα Νικόλαου Α΄ (1825-1855).

[vii] Βλ. λεπτομέρειες για αυτό το έργο Το Βατούμ και τα περίχωρά του, (Βατούμ: 1906), σ. 536-537. Για όλες αυτές τις εργασίες, καθώς επίσης για την τεχνική επίβλεψη του έργου εγκρίθηκε να δαπανηθεί το ποσό των 80 000 ρουβλίων από Κρατικό Θησαυροφυλάκιο (Казначейсиво).

[viii]Το Βατούμ και τα περίχωρά του, (Βατούμ: 1906), σ. 537.

[ix]Το Βατούμ και τα περίχωρά του, (Βατούμ: 1906), σ. 544.

[x] Και το θέμα της δημόσιας καθαριότητας είχε ταχτοποιηθεί προς το τέλος της δεκαετίας του 1880.

[xi]Το Βατούμ και τα περίχωρά του, (Βατούμ: 1906), σ. 28.

[xii] Λεπτομέρειες και τα ποσά που δαπανήθηκαν για την υλοποίηση του έργου βλ. «Батум и его окрестности», σ. 539-543.

[xiii] ό.π. σ. 540.

[xiv] Για τον αναλυτικό προϋπολογισμό του έργου βλ. Το Βατούμ και τα περίχωρά του, (Βατούμ: 1906), σ. 539-540 και οι εργασίες που προέκυψαν στη συνέχεια ό.π. σ. 541.

[xv] ό.π. σ. 543.

[xvi] Είναι η περιοχή που σε σχέση με άλλες έχει διατηρήσει περισσότερο την αυθεντικότητα και τον αρχικό της χαρακτήρα. მ. ჭიჭეილეიშვილი, ქალაქი, რომელიც ზღვას უყურებს – ძველი ბათუმის არქიტექტურული სივრცე [M. Tchitchileishvili, «Πόλη που αφουγκράζεται τη θάλασσα - ο αρχιτεκτονικός χώρος του παλαιού Βατούμ»], στα γεωργιανά διαθέσιμο στο http://oldbatumi.wordpress.com/

[xvii] M. Tchitchileishvili, «Πόλη που αφουγκράζεται τη θάλασσα – ο αρχιτεκτονικός χώρος του παλαιού Βατούμ», στα γεωργιανά διαθέσιμο στο http://oldbatumi.wordpress.com/


Επιστροφή