ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ. Το πρόγραμμα 'Black Sea' είναι ένα πρόγραμμα επικοινωνίας, ακαδημαϊκού διαλόγου και επιστημονικής ανταλλαγής, για να φέρει
κοντά μελετητές πέρα από τα σύνορα: Ουκρανούς, Ρώσους, Έλληνες, Τούρκους, Γεωργιανούς, Βούλγαρους, Ρουμάνους, Μολδαβούς.
Δεν υπάρχει Ανατολή και Δύση. Υπάρχει ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ. Ας ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ
Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

Βατούμ


Περιγραφές νοσοκομείων    GR RU

Συγγραφέας: TCHKOIDZE ΕΚΑ

Πριν την επανένταξη του Βατούμ με τη Γεωργία στο πλαίσιο της Ρωσικής (Τσαρικής) αυτοκρατορίας μέσα στην πόλη δεν υπήρχε ούτε ένα κτήριο για την παροχή ιατρικής περίθαλψης1. Το πρώτο νοσοκομείο το οποίο ήταν στρατιωτικό και όχι δημόσιο άνοιξε αμέσως μετά την επανένταξη (1878) που σπάνια εξυπηρετούσε τους κατοίκους της πόλης2. Τον πρώτο καιρό λειτουργούσε σε σκηνές, λίγο αργότερα χτίστηκαν παράγκες3. Συν τοις άλλοις, επειδή στην πόλη δεν τηρούνταν οι στοιχειώδεις κανόνες δημόσιας υγιεινής η πόλη αποτελούσε συχνά εστία σοβαροτάτων λοιμώξεων που μεταδίδονταν από τα κουνούπια των βαλτωμένων περιοχών. Επίσης, η θνησιμότητα στην πόλη ήταν αρκετά υψηλή4. Το 70 % των λοιμώξεων αποτελούσε η μαλάρια5. Η ανάγκη λοιπόν να ιδρυθεί μια νοσοκομειακή μονάδα ήταν άμεση και επείγουσα. Το 1890 με την πρωτοβουλία του Φιλανθρωπικού Συνδέσμου του Βατούμ άνοιξε ένα ιατρείο6 που λειτούργησε μέχρι το 1902 όταν άνοιξε η πρώτη νοσοκομειακή μονάδα της πόλης7.
         Το 1892 στο Βατούμ ξέσπασε η χολέρα που προήλθε από το Μπακού και οι μεταφορείς ήταν οι εργάτες8. Η συγκεκριμένη λοίμωξη πρέπει να σημειώθηκε τότε για πρώτη φορά στην πόλη. Οι αρχές το αντιμετώπισαν υπεύθυνα και φρόντισαν αμέσως να ανοίξει μια ειδική παράγκα (pest-house) εκτός πόλης για τους ασθενείς με 20 κλίνες (16 για άνδρες και 4 για γυναίκες). Ορίστηκε το προσωπικό: 4 άτομα για ειδικές αποστολές, ένας μάγειρας και 8 νοσηλευτές9. Η συντήρηση αυτής της μονάδας στοίχιζε 400 ρούβλια μηνιαίως και άλλα 200 γιατί είχαν προσλάβει άλλα 3 άτομα (Τούρκους) ως νοσηλευτικό προσωπικό10. Την φροντίδα των ασθενών χωρίς καμία αμοιβή ανέλαβε ο Τιμολέων Τριανταφυλλίδης μαζί με τη σύζυγό του τη Vera Lazarevna Kotliarovskaya (Вера Лазаревна Котляровская) που επίσης ήταν γιατρός. Και οι δύο έδωσαν πραγματική μάχη επί 6 μήνες βάζοντας σε κίνδυνο πολλές φορές την ίδια τη ζωή τους και σώζοντας εκατοντάδες ζωές άλλων11.  
        Οι πληγές από την χολέρα δεν είχαν κλείσει ακόμη που στην πόλη ξέσπασε η πανούκλα. Δεν κράτησε πολύ και δεν προκάλεσε ιδιαίτερα μεγάλες απώλειες γιατί η ανταπόκριση των αρχών ήταν άμεση και αποτελεσματική. Τον Ιανουάριο του 1897 στον Δήμο της πόλης έφτασε μια επιστολή από το Γιατρικό Τμήμα του Κουταΐσι η οποία προειδοποιούσε για την πανούκλα που είχε εξαπλωθεί στην Ινδία και παρότρυνε τις αρχές να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα12. Λίγα χρόνια μετά την απελευθέρωση της πόλης είχε δημιουργηθεί η υγειονομικο-εκτελεστική επιτροπή (санитарно-исполнительная комиссия) που είχε και έναν ειδικό θάλαμο. Δεδομένου ότι το Βατούμ ήταν παραθαλάσσια πόλη και πολύ κοντά στα σύνορα, έπρεπε να δημιουργηθεί μια ασπίδα προστασίας της δημόσιας υγείας. Η εν λόγω επιτροπή λοιπόν κάλεσε αμέσως την έκτακτη σύσκεψη την οποία παρακολούθησαν όλα τα υψηλόβαθμα στελέχη της πόλης13. Έβαλαν σε εφαρμογή σχέδιο δράσης που προέβλεπε αρκετά σημεία εκ των οποίων και διαχωρισμό της πόλης σε 5 βασικές ζώνες. Σε όλη αυτή τη διαδικασία είχε αναμειχθεί ενεργά και η αστυνομία για να πραγματοποιηθεί η μαζική απολύμανση της πόλης . Η ειδική ιατρική μονάδα κατά της πανούκλας στήθηκε σε μόλις δύο εβδομάδες και παραδόθηκε στο τμήμα λοιμοκαθαρτηρίου της πόλης στην 1η Απριλίου της ίδιας χρονιάς14.
       Το 1898 η πανούκλα είχε φτάσει στη Σαμαρκάνδη. Στο Βατούμ όλα ήταν σε ετοιμότητα. Το 1901 έφτασε στην Σαμψούντα και την Κωνσταντινούπολη και ουσιαστικά την ίδια χρονιά η νόσος «επισκέφτηκε» τον Καύκασο και το Βατούμ15 αλλά η πόλη για τότε δεδομένα ήταν πολύ καλά θωρακισμένη16.      
          Είναι φυσικό ότι η έλλειψη του νοσοκομείου δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα. Έτσι, το 1894 στην τότε οδό Voznesensky (τώρα Melikishvili 47) άνοιξε ο πρώτος ξενώνας/ιατρείο που αποτελείτο από 6 δωμάτια και 25 κλίνες17. Στην αρχή ο διευθυντής του ξενώνα ήταν ο ιδρυτής του, ο γιατρός A. Shepher (πέθανε το 1892 από χολέρα), στη συνέχεια τον αντικατέστησε ο γιατρός Τ. Τριανταφυλλίδης. Στον ξενώνα αυτό ξεκίνησαν και οι πρώτες απλές χειρουργικές επεμβάσεις18. Για σοβαρά περιστατικά οι ασθενείς στέλνονταν στο Κουταΐσι και στην Τιφλίδα.
        Καθώς ο πληθυσμός της πόλης αυξανόταν ραγδαία τόσο μικρός ξενώνας δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες των κατοίκων. Η ιδέα της ανέγερσης του νοσοκομείου υπήρχε αλλά δεν υλοποιήθηκε λόγω έλλειψης πόρων19. Το 1896 ο ξενώνας καταστράφηκε από πυρκαγιά και έτσι το ζήτημα του νοσοκομείου εξετάστηκε πλέον σοβαρά. Την ίδια χρονιά ο πρώτος δήμαρχος της πόλης ο Louka Asatiani κάλεσε την ειδική επιτροπή η οποία ετοίμασε το ειδικό έγγραφο/πρόταση που τεκμηρίωνε την αναγκαιότητα της ανέγερσης μεγάλης νοσοκομειακής μονάδας (120 κλίνες)20. Αυτό το έγγραφο πρώτα εστάλη στο Υπουργείο Εσωτερικών (Министерство Внутренных Дел) της Ρωσικής αυτοκρατορίας και από εκεί προωθήθηκε στο Δημοσιονομικό Υπουργείο (Министерство Финансов Ministry of Financial Affairs) το οποίο απέρριψε την αίτηση. Το σχέδιο του νοσοκομείου με 120 κλίνες εγκρίθηκε εν τέλει το 189821. Επικεφαλής οικοδομικών εργασιών ορίστηκε ο Μ. Εφραιμίδης22. Τα θεμέλια του νοσοκομείο έβαλαν στις 14 Μαρτίου του 1899. Η πρώτη μονάδα του νοσοκομείου με 60 κλίνες άνοιξε στις 3 Οκτωβρίου του 1902 και ολοκληρώθηκε την 1η Σεπτεμβρίου του 1903 με 120 κλίνες. Η περίθαλψη στο νοσοκομείο ήταν επί πληρωμής23 και για αυτό απρόσιτη για πολλούς. Το νοσοκομείο αποτελείτο από 6 κτήρια/τμήματα: διοίκηση, θεραπευτικό, γυναικολογικό24, λοιμώξεων (infectional), χειρουργικό και αφροδισιακών νόσων (venereal)25. Είχε και διάφορα άλλα βοηθητικά κτήρια, όπως για παράδειγμα υποδοχή των ασθενών που δεν θα νοσηλεύονταν, κουζίνα, αποθήκη, νεκροτομείο, καταλύματα για προσωπικό, κ.ο.κ.26 Ο γενικός γιατρός και διευθυντής του χειρουργικού τμήματος διορίστηκε27  ο B. Finkelstein που μέχρι τότε υπηρετούσε στην Αγία Πετρούπολη και υπήρξε καθηγητής στο Γιατρικό Πανεπιστήμιο του Μπακού έχοντας στο ενεργητικό του πολλές μελέτες στη ιατρική (πέθανε το 1931). Το 1912 το νοσοκομείο αγόρασε το πρώτο ακτινολογικό μηχάνημα (x-ray)28. Στην αρχή το νοσοκομείο είχε 4 ιατρούς, 5 νοσηλευτές και 25 βοηθούς. Το 1904 είχε 7 γιατρούς, 10 νοσηλευτές και 40 βοηθούς29. Το 1910 λόγω έλλειψης πόρων και δυσκολιών συντήρησης ο αριθμός των κλινών μειώθηκε στις 80. Το 1911 στο νοσοκομείο άνοιξε εργαστήριο όπου γίνονταν εξετάσεις αίματος, ούρων και φλέματος30. Το νοσοκομείο εξυπηρετούσε τους κατοίκους όχι μόνο του Βατούμ και της Ατζαρίας, αλλά όλης της Δυτικής Γεωργίας.
        Το 1914 όταν ξέσπασε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος μετατράπηκε σε στρατιωτικό νοσοκομείο. Μετά την κατάκτηση της πόλης από τους Τούρκους το νοσοκομείο μεταφέρθηκε στο Πότι. Στα πρώτα χρόνια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου πολύ μεγάλο ρόλο έπαιξαν οι εθελόντριες νοσηλεύτριες (αδελφές) καθώς η πόλη είχε γεμίσει τραυματίες και πρόσφυγες. Ο θεσμός της εθελοντικής βοήθειας των αρρώστων/τραυματισμένων υπήρχε και καταγράφθηκε και στη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου (1877-1878). Οι εγχώριες εκπρόσωποι του Ερυθρού Σταυρού βοήθησαν σημαντικά τον πληθυσμό στη διάρκεια της επανάστασης του 190531.
        Το νοσοκομείο του Βατούμ επέστρεψε από το Πότι προς το τέλος του 1919 έχοντας μόνο 60 κλίνες32. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος και στη συνέχεια η κατάκτηση από τους Άγγλους ζημίωσαν σημαντικά την πρόοδο γιατρικών υποθέσεων, κάτι που αποδεικνύεται και με τον παρακάτω πίνακα 133:

Πίνακας 1. Νοσοκομεία στο Βατούμ, 1913-1920

Στο Βατούμ υπήρχαν:

1913

1920

Νοσοκομεία

Κλίνες

Γιατροί

3

120

36

1

80

19

Πηγή: «Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σ. 582.

Μετά την ένταξη της Ατζαρίας στη Γεωργιανή Δημοκρατία (το 1919) με την φροντίδα της κυβέρνησης στο Βατούμ άνοιξε νοσοκομείο και φαρμακείο του Ερυθρού Σταυρού που φρόντιζαν κυρίως τους τραυματίες, πρόσφυγες, ορφανούς και άλλα θύματα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου34.
         Να σημειωθεί πως το Βατούμ από τις 23 Απριλίου του 1890 είχε επίσημα διορισμένο κτηνίατρο. Ο πρώτος που κατέλαβε τη θέση αυτή ήταν ο A. A. Varshamov προσκεκλημένος από τη Διοίκηση της πόλης (Городское Управление) από την Τιφλίδα35. Ανάμεσα στις υποχρεώσεις του ήταν και ο έλεγχος των τροφίμων, κυρίως κρεάτων. Από τον Ιανουάριο του 1897 ο E. V. Turkin αντικατέστησε τον A. A. Varshamov. Η Διοίκηση της πόλης από το 1898 διέθετε κτηνιατρικό-υγειονομικό σταθμό όπου πραγματοποιούνταν οι έλεγχοι των κρεάτων και οι βακτηριακές εξετάσεις τροφίμων36.    
       Κλείνοντας το κεφάλαιο αυτό αξίζει να σταθούμε στο θέμα των φαρμακείων. Τα φαρμακεία στην τσαρική Ρωσία ανήκαν μόνο στον ιδιωτικό τομέα. Δεν υπήρχε εγχώρια φαρμακευτική παραγωγή και για αυτό πωλούνταν μόνο τα φάρμακα ξένων εταιρειών χωρίς κανένα έλεγχο. Στο Βατούμ το πρώτο φαρμακείο άνοιξε το 1880 και ακολούθησαν και άλλα. Οι φαρμακοποιοί πολλές φορές αναλάμβαναν και τα χρέη του γιατρού37. Ο ιδιοκτήτης του πρώτου φαρμακείου ήταν ο φαρμακοποιός Kirichenko. Έκλεισε μετά από 2 χρόνια γιατί δεν άντεξε τον ανταγωνισμό (όπως προαναφέραμε, άνοιξαν αρκετά εκείνη την περίοδο)38. Στα χρόνια 1890-1909 άνοιξαν περίπου 8 σε όλη την πόλη. Το 1902 κλειστού τύπου φαρμακείο άνοιξε και στο νοσοκομείο του Βατούμ που εξυπηρετούσε μόνο τους ασθενείς του39. Τα φάρμακα προμηθεύονταν από τις αποθήκες της Καυκάσιας αδελφότητας. Κάποια άλλα με συγκεκριμένα συστατικά παράγγελναν στο Αμβούργο στα εργοστάσια των Merck, Brandt, Timan40. Το 1912 ο γεωργιανός Ερυθρός Σταυρός άνοιξε δικό του φαρμακείο στο Βατούμ41.    


[1] თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის ჯანმრთელობის კერებისა და საკურორტო ქსელის განვითარების ისტორია“ (= Ιστορία της ανάπτυξης των ιατρικών κέντρων και του δικτύου θέρετρων της πόλης του Βατούμ), Βατούμ 1997, σ. 29.

[2] Δέχονταν κατ’ εξαίρεση μόνο διάφορους επώνυμους και πλούσιους βιομήχανους. სამხრეთ-დასავლეთ საქართველოს ისტორიის ნარკვევები: აჭარა, 4 ტომად, ტ. 3 ბათუმის ოლქი (1877-1920) (= «Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία), 4τομη έκδοση, τ. 3ος «Η επαρχία του Βατούμ στα 1877-1920), Βατούμ 2008, σ. 578. Στη συνέχεια: «Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας».

[3] ό.π. σ. 578.

[4] А. Френкель (A. Frenkel), Очерки Чурук-Су и Ватума (= «Δοκίμια για το Churuk-Su και Βατούμ»), Тифлис- Τιφλίδα 1879, σ. 61.

[5] Το Βατούμ θεωρήθηκε εξ αρχής ως εστία της μαλάριας σε όλη την αυτοκρατορία. Ωστόσο ειδικός σταθμός μαλάριας άνοιξε πολύ αργότερα στις 12 Μαΐου του 1913. «Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σ. 583.

[6] Να σημειωθεί ότι το ιατρείο εξυπηρετούσε περίπου 4 χιλιάδες ασθενείς ετησίως. ა. პერტია (A. Pertia), ნარკვევები აჭარაში ჯანდაცვის ისტორიიდან («Δοκίμια για την ιστορία της υγειονομίας στην Ατζαρία»), ბათუმი Βατούμ 1959,σ. 17.

[7] თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის ჯანმრთელობის კერებისა და საკურორტო ქსელის განვითარების ისტორია“ (= Ιστορία της ανάπτυξης των ιατρικών κέντρων και του δικτύου θέρετρων της πόλης του Βατούμ), Βατούμ 1997, σ. 15.

[8] Λεπτομερέστατη αναφορά στις συνθήκες υπό τις οποίες ξέσπασε η χολέρα στο Βατούμ. «Батум и его окрестности» (= «Το Βατούμ και τα περίχωρά του»), Βατούμ 1906, σσ. 549-552.

[9] «Батум и его окрестности» (= «Το Βατούμ και τα περίχωρά του»), Βατούμ 1906, σσ. 547-548.

[10] Φαίνεται ότι στον μουσουλμανικό πληθυσμό υπήρχε καχυποψία. Κυκλοφορούσαν φήμες ότι οι ασθενείς (προφανώς μουσουλμάνοι) δηλητηριάζονταν. Για αυτό οι αρχές αποφάσισαν να προσλάβουν τους Τούρκους για τον έλεγχο για να διαψεύσουν αυτές τις φήμες. «Батум и его окрестности» (= «Το Βατούμ και τα περίχωρά του»), Βατούμ 1906, σ. 548. Για όλα τα μέτρα που λήφθηκαν για την αντιμετώπιση της χολέρας και το κόστος τους βλ. ό.π. σσ. 548-49.

[11] თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის ჯანმრთელობის კერებისა და საკურორტო ქსელის განვითარების ისტორია“ (= Ιστορία της ανάπτυξης των ιατρικών κέντρων και του δικτύου θέρετρων της πόλης του Βατούμ), Βατούμ 1997, σ. 51.

[12] Η πρώτη αναφορά της λοίμωξης της πανούκλας στη ρωσική αυτοκρατορία καταγράφηκε τον Φεβρουάριο του 1897. «Батум и его окрестности», Βατούμ 1906, σ. 560.

[13] «Батум и его окрестности» (= «Το Βατούμ και τα περίχωρά του»), Βατούμ 1906, σ. 557.

[14] Στοίχισε 6750 ρούβλια και 92 ρουβλολεπτά. Το ποσό καλύφθηκε πλήρως από τον Δήμο ο οποίος αποζημιώθηκε από τον Θησαυροφυλάκιο της αυτοκρατορίας αργότερα, το 1900. «Батум и его окрестности», σ. 560.

[15] Βλ. όλα τα μέτρα αντιμετώπισης του προβλήματος «Батум и его окрестности», σσ. 561-563.

[16] Ιατρική οργάνωση και υγειονομικοί έλεγχοι του Βατούμ ήταν από τους καλύτερους στις πόλεις της αυτοκρατορίας. «Батум и его окрестности» (= «Το Βατούμ και τα περίχωρά του»), Βατούμ 1906, σ. 566-67. Χάρη στην οργάνωση αυτή το Βατούμ σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα κατάφερε να αντιμετωπίσει επιτυχώς σοβαρότατες προκλήσεις της εποχής. Μετά την καταπολέμηση της πανούκλας είχαν ληφθεί άλλα 10 σοβαρότατα μέτρα για την αντιμετώπιση υγειονομικών προβλημάτων στην πόλη. ό.π. σσ. 567-68.

[17] Ο αριθμός αυτός φυσικά και δεν επαρκούσε και υπήρχαν περίοδοι όταν αυτός ο χώρος φιλοξενούσε ακόμα και 50 ασθενείς. «Батум и его окрестности», σ. 568.

[18] Στα χρόνια 1887-1896 ο γιατρός G. Eliava (απόφοιτος του Πανεπιστημίου της Μόσχας) είχε αναλάβει αυτές τις επεμβάσεις, από το 1896 τον αντικατέστησε ο γιατρός K. Mkheidze (απόφοιτος του πανεπιστημίου του Χαρκόβου). Και οι δύο ήταν συνιδρυτές του Συλλόγου των γιατρών στο Βατούμ και διατέλεσαν πρόεδροί του στα χρόνια 1922-23 (ο G. Eliava) και τα 1923-24 (ο K. Mkheidze). თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის ჯანმრთელობის კერებისა და საკურორტო ქსელის განვითარების ისტორია“ (= Ιστορία της ανάπτυξης των ιατρικών κέντρων και του δικτύου θέρετρων της πόλης του Βατούμ), Βατούμ 1997, σ. 17 και σσ. 36-37.

[19] Το έργο της ανέγερσης νοσοκομείου με 60 κλίνες προέβλεπε δαπάνη των 70 000 ρουβλίων, ενώ η συντήρησή του ανερχόταν στα 18300 ρούβλια ετησίως. Για αυτό δεν εγκρίθηκε η πρόταση αυτή. «Батум и его окрестности» (= «Το Βατούμ και τα περίχωρά του»), Βατούμ 1906, σ. 569.

[20] Στην πρόταση που ετοιμάστηκε είχαν αναφερθεί αναλυτικά τα έξοδα της ανέγερσης (δεν έπρεπε να υπερβεί τα 100 χιλιάδες ρούβλια) και στη συνέχεια της συντήρησης (περίπου 20 χιλιάδες ρούβλια). «Батум и его окрестности» σ. 570.

[21] Το Υπουργείο Εσωτερικών στήριξε δυναμικά την αίτηση και το θέμα διευθετήθηκε με την προσωπική μεσολάβηση του πρώτου δημάρχου της πόλης. Βλ. λεπτομέρειες για την πορεία και όλες τις γραφειοκρατικές δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι τοπικές αρχές μέχρι να πάρουν την έγκριση. «Батум и его окрестности» σσ. 571-573.

[22] Εφημερίδα ცნობის ფურცელი (Tsnobis purtseli), 1897, # 199, «Батум и его окрестности» σ. 573. Εν τέλει, ο προϋπολογισμός του νοσοκομείο άγγιξε τα 120410 ρούβλια και 52 ρουβλολεπτά. Παραχωρήθηκε η έκταση των 8 χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων εκ των οποίων τα 2 χιλιάδες τετραγωνικά αγοράστηκαν με 2 ρούβλια το κάθε τετραγωνικό μέτρο και τα 3 χιλιάδες με 3 ρούβλια το κάθε τετραγωνικό. Βλ. αναλυτικό προϋπολογισμό με συνολικά 14 σημεία «Батум и его окрестности», σ. 574.

[23] Το εισόδημα από τις εισπράξεις το 1902 ανήλθε στα 3790 ρούβλια και το 1903 (με 120 κλίνες) στο 6443 ρούβλια. Πηγή εισοδήματος νοσοκομείου αποτέλεσε ένας φόρος στις εισπράξεις του λιμανιού του Βατούμ και ανερχόταν στο ποσό των 17500 ρουβλίων ετησίως. Ενδεικτική τιμή των υπηρεσιών: χρέωση για μια κλίνη σε μονόκλινο δωμάτιο 60 ρούβλια το μήνα, 40 ρούβλια σε δίκλινο δωμάτιο. «Батум и его окрестности», σ. 577.

[24] Το τμήμα είχε 10 κλίνες: 5 για ετοιμόγεννες και 5 για ασθενείς. Αργότερα, το 1908 άνοιξαν και δύο ιδιωτικά μαιευτήρια. Το γυναικολογικό τμήμα του νοσοκομείου του Βατούμ καταργήθηκε το 1914 λόγω του 1ου παγκοσμίου πολέμου και επανήλθε το 1919 όταν το νοσοκομείο μεταφέρθηκε στο παλαιό του κτήριο.  თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის ჯანმრთელობის კერებისა და საკურორტო ქსელის განვითარების ისტორია“ (= Ιστορία της ανάπτυξης των ιατρικών κέντρων και του δικτύου θέρετρων της πόλης του Βατούμ), Βατούμ 1997, σ. 21.

[25] Τέτοιες νόσοι ήταν πλατιά διαδεδομένες στην πόλη κυρίως στις αρχές του 20ου αιώνα. Ένας λόγος μπορεί να ήταν το γεγονός ότι ως συνοριακή περιοχή είχε πολλούς στρατιώτες. Για το 1913 στην πόλη είχαν καταγραφεί πάνω από 862 προσβεβλημένοι από σύφιλη. (აჭარის ექიმთა საზოგადოების შრომები (Μελέτες του Συνδέσμου γιατρών του Βατούμ), ბათუმი Βατούμ, 1961, τ. 6, σ. 11).

[26] Λεπτομέρειες «Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σ. 576.

[27] Διοριζόταν από τον κυβερνήτη της περιοχής (Губернатор). ό.π. σ. 580, «Батум и его окрестности», σ. 577 και είχε την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου.

[28] Λεπτομέρειες «Батум и его окрестности» σ. 576, «Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σ. 581.

[29] Λεπτομέρειες για το προσωπικό. «Батум и его окрестности» σ. 576

[30] თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის ჯანმრთელობის კერებისა და საკურორტო ქსელის განვითარების ისტორია“ (= Ιστορία της ανάπτυξης των ιατρικών κέντρων και του δικτύου θέρετρων της πόλης του Βατούμ), Βατούμ 1997, σσ. 31-32.

[31] Ανάμεσα σε αυτές τις εθελόντριες οι περισσότερες ήταν νεαρές ευγενικής καταγωγής. Βλ. ονόματα και λεπτομέρειες «Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σ. 587. Είναι γνωστή μια συγκινητική ιστορία των εθελοντριών που βρίσκονταν στο πλοίο-νοσοκομείο «Portugal» το οποίο βούλιαξαν κοντά στο Βατούμ και όλοι τραυματίες μαζί με 113 εθελόντριες πνίγηκαν. ο.π. σ. 588.

[32] Το νοσοκομείο αυτό αναβαθμίστηκε σημαντικά αργότερα, το 1922 αποκτώντας 200 κλίνες και την ιδιότητα του Γενικού Νοσοκομείου της αυτόνομης περιφέρειας της Ατζαρίας.

[33] Τα στοιχεία προέρχονται από το «Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σ. 582. Στο σημείο αυτό αναφέρονται και τα στοιχεία που αφορούν και στα χωριά της ευρύτερης περιοχής στα οποία δεν αναφερόμαστε. Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι για το 1920 στα χωριά δεν υπήρχε ούτε μια κλίνη και ούτε ένας γιατρός.

[34]«Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σ. 582.

[35] «Батум и его окрестности», σ. 580.

[36] «Батум и его окрестности», σ. 587.

[37]«Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σσ. 582-583.

[38] აჭარის ექიმთა საზოგადოების შრომები (Μελέτες γιατρών της Ατζαρίας), τ. 8-9, 1973, σ. 112.

[39] თ. კომახიძე (T. Komakhidze), „ქალაქ ბათუმის ჯანმრთელობის კერებისა და საკურორტო ქსელის განვითარების ისტორია“ (= Ιστορία της ανάπτυξης των ιατρικών κέντρων και του δικτύου θέρετρων της πόλης του Βατούμ), Βατούμ 1997, σ. 80, «Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σ. 583.

[40] «Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας», σ. 583.

[41] ό.π. σ. 588.




Επιστροφή