ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ. Το πρόγραμμα 'Black Sea' είναι ένα πρόγραμμα επικοινωνίας, ακαδημαϊκού διαλόγου και επιστημονικής ανταλλαγής, για να φέρει
κοντά μελετητές πέρα από τα σύνορα: Ουκρανούς, Ρώσους, Έλληνες, Τούρκους, Γεωργιανούς, Βούλγαρους, Ρουμάνους, Μολδαβούς.
Δεν υπάρχει Ανατολή και Δύση. Υπάρχει ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ. Ας ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ
Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!

Βατούμ


Νομικό πλαίσιο-ιδρυτικά διατάγματα λιμένων και πόλεων    EN GR

Συγγραφέας: TCHKOIDZE ΕΚΑ

Συντομογραφίες:

ΚΚΙΑΓ: Κεντρικό Κρατικό Ιστορικό Αρχείο της Γεωργίας, Αρχείο, Κατάλογος, Φάκελος· (στα γεωργιανά: სცსსა: საქართველოს ცენტრალური სახელმწიფო საისტორიო არქივი, ფონდი, აღწ., საქმე)

Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας: სამხრეთ-დასავლეთ საქართველოს ისტორიის ნარკვევები: აჭარა, 4 ტომად, ტ. 3 ბათუმის ოლქი (1877-1920) (Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας: Ατζαρία), 4τομη έκδοση, τ. 3ος «Η επαρχία του Βατούμ στα 1877-1920)

Πρώτος ΠΠ: Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος

(M. Sioridze), Δοκίμια: მალხაზ სიორიძე (Malkhaz Sioridze), ნარკვევები ბათუმის ისტორიიდან (Δοκίμια για την ιστορία του Βατούμ), თბილისი Τιφλίδα 2011

Η ονομασία της πόλης του Βατούμ προέρχεται από την ελληνική λέξη βαθύς [1]. Η πόλη αποτελεί πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο της Ατζαρίας (στα γεωργιανά: აჭარა Atchara (ρωσικά: Аджара, διεθνώς: Adjara [2]) και βρίσκεται στη Νοτιοδυτική Γεωργία που συνορεύει άμεσα με την Τουρκία και εκτείνεται στα ανατολικά παράλια της Μαύρης θάλασσας.

Η ιστορική Ατζαρία μαζί με κάποιες άλλες γεωργιανές περιοχές καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς [3] το 1595 [4] και από τις αρχές του 17ου αιώνα καταγράφεται επίσημα στις πηγές ως μέρος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας [5]. Επανεντάχθηκε στο πλαίσιο της Γεωργίας [6] μετά τη νίκη της Τσαρικής Ρωσίας στον τελευταίο ρωσο-τουρκικό πόλεμο του 1877-1878 [7]. Η απελευθέρωση του Βατούμ εντάσσεται στο πλαίσιο μιας γενικής αλλαγής της Ρωσικής αυτοκρατορίας που σημειώνεται στα μέσα του 19ου αιώνα και ουσιαστικά συμπίπτει με την αρχή της καινούριας περιόδου του Ισλάμ στη Ρωσία. Η βασιλεία του Αλέξανδρου Β΄ (1855-81) είναι η περίοδος κατά την οποία οι περιοχές που καταλήφθηκαν από την αυτοκρατορία είναι σε μεγάλο βαθμό μουσουλμανικές [8], δεδομένου ότι ο μακροχρόνιος καυκάσιος πόλεμος το 1864 τερματίστηκε με νίκη της Ρωσίας [9]. Ακολούθησε η κατάληψη περιοχών της Δυτικής Αρμενίας και της Νότιας Γεωργίας (μουσουλμανικό Λαζιστάν) [10], συμπεριλαμβανομένου του Βατούμ. Εντούτοις, το ενδιαφέρον των αυτοκρατορικών αρχών είχε στραφεί πολύ νωρίτερα προς την περιοχή αυτή. Συγκεκριμένα, ο αυτοκράτορας Νικόλαος Α΄ (1825-1855) στην επιστολή του (09/11/1853) προς τον πρώτο Τοποτηρητή του Καυκάσου [11] στα χρόνια 1844-1854, τον Mikhail Semionovich Vorontsov (στα ρωσικά Михаил Семёнович Воронцов 1782-1856) είχε γράψει τα εξής: «Θα είναι ωραίο αν μετά το Καρς κυριαρχήσουμε και στο Βατούμ» [12]. Φαίνεται ότι οι φιλοδοξίες της Ρωσίας δεν ήταν μυστικές. Την ίδια ακριβώς περίοδο ο Κάρολος Μαρξ αναφέρει: «Το λιμάνι του Βατούμ είναι το μοναδικό ασφαλές καταφύγιο για τα πλοία στις ανατολικές όχθες της Μαύρης θάλασσας. Η κυριαρχία του από την Ρωσία θα μπορούσε να στερήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία από την τελευταία στρατιωτικο-ναυτιλιακή βάση στον Πόντο και να το καταστήσει αποκλειστικά ρωσική θάλασσα» [13].

Στη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου [14] η οθωμανική πλευρά υποχρεώθηκε να καταβάλει στη ρωσική αυτοκρατορία το ποσό των 1410 εκατομμυρίων ρουβλίων. Δεδομένου ότι αδυνατούσε να το πληρώσει, παραχώρησε τα εδάφη της ιστορικής Γεωργίας και Αρμενίας. Πρόκειται μαζί με τα άλλα για τα Ardahan, Artvin, Batoum, Kars, Artanuji, Olti και Beyazit [15]. Έτσι, στη Ρωσική αυτοκρατορία, στην περιοχή του Νοτίου Καυκάσου προστέθηκαν εδάφη έκτασης 23,108 τετραγωνικών χιλιόμετρων, εκ των οποίων ιστορικά γεωργιανά ήταν τα 15,392 [16], δηλ. περισσότερα από τα μισά. Ορίστηκε περίοδος τριών ετών για ανταλλαγή πληθυσμών (των λεγόμενων muhajir- [17]), όσων δηλαδή ήθελαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία [18]. Μετά τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου ακολούθησε το Κογκρέσο του Βερολίνου (1η Ιουνίου-1η Ιουλίου 1878) [19]. Σε γενικές γραμμές η Ρωσία κατάφερε να διατηρήσει τους όρους της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, αν και έχασε μερικές περιοχές της Μικράς Ασίας (π.χ Erzerum, Beyazit). Στο Κογκρέσο αυτό το Βατούμ κηρύχθηκε ελεύθερο λιμάνι (Porto-Franco) [20]. Το σχετικό άρθρο αρ. 59 αναφέρει: «η μεγαλειότητα του αυτοκράτορα πάσης Ρωσίας ανακοινώνει ότι σκοπεύει να μετατρέψει το Βατούμ σε Porto Franco για λόγους περισσότερο εμπορικούς» [21].

Η απόφαση του κογκρέσου του Βερολίνου για την κήρυξη του Βατούμ σε Porto-Franco (Ελεύθερο λιμάνι) τέθηκε σε εφαρμογή από τις 20 Οκτωβρίου του ιδίου έτους [22]. Στις 23/07/1886 καταργήθηκε το καθεστώς αυτό [23] με ειδικό διάταγμα του αυτοκράτορα Αλέξανδρου Γ΄ (1881-1894 [24]. Στη συνέχεια ακολούθησαν σημαντικές αλλαγές ως προς την ιδιότητα και τη διοικητική οργάνωση της πόλης.

Πριν την είσοδο του ρωσικού στρατού στο Βατούμ, δημιουργήθηκε μια επιτροπή με επικεφαλής τον στρατηγό-κυβερνήτη D. Ι. Sviatopolk-Mirsky (στα ρωσικά князь Дмитрий Иванович Святополк-Мирский, (1825-1899) [25], και μέλη: τον στρατηγό πρίγκιπα Trubetskoy, τον συνταγματάρχη Γεωργιανό άρχοντα Gr. Gurieli και τον πρώην πρόξενο της Ρωσίας στο Βατούμ Piotr Djudichi (Петр Джудичи/Джiудичи). Αυτή η επιτροπή είχε αναλάβει όλες τις λεπτομέρειες της μεταφοράς της πόλης από τους Οθωμανούς στους Ρώσους και διεξήγαγε διαπραγματεύσεις για την διεκπεραίωση της [26]. Στις 25 Αυγούστου [27] του 1878 στην πόλη του Βατούμ εισέβαλε η στρατιωτική μονάδα της Ρωσίας [28] που ηγείτο υπό τον προαναφερόμενο D. Ι. Sviatopolk-Mirsky. Στην πλατεία Azize (νυν πλατεία Ελευθερίας) έγινε η τελετή της παράδοσης-αποχωρισμού, όπου ο Dervish Pasha [29] παρέδωσε τα κλειδιά της πόλης στον στρατηγό [30]. Στις 20/09/1878 ο Τοποτηρητής του Καυκάσου στα χρόνια 1862-1881 ο M. Romanov υπέγραψε το προσωρινό καταστατικό της καινούριας διοικητικής οργάνωσης του Βατούμ και της ευρύτερης περιοχής [31]. Το καταστατικό είχε συνολικά 14 άρθρα [32].

Στις 27/01 (08/08) του 1879 στην Κωνσταντινούπολη ανάμεσα στη Ρωσία και την Οθωμανική αυτοκρατορία υπογράφτηκε η ειρηνική Συνθήκη η οποία έδινε 3 χρόνια περιθώριο σε όσους ήθελαν να μεταναστεύσουν από την καινούρια διοικητική μονάδα της Ρωσίας στην Τουρκία. Οι κάτοικοι που δεν θα το έκαναν εντός των 3 ετών θα θεωρούνταν στο εξής υποτακτικοί της Ρωσίας [33].

Την πρώτη περίοδο της επανένωσης του Βατούμ φαίνεται ότι υπήρχε φόβος για την αναζωπύρωση καινούριου πολέμου με την Τουρκία. Για αυτό, το λιμάνι του Βατούμ στην αρχή απέκτησε περισσότερο στρατηγικο-πολιτική σημασία, παρά εμπορική [34]. Χαρακτηριστική είναι η φράση του Greve (στα ρωσικά Греве), του διοικητή του λιμανιού του Βατούμ (στα ρωσικά Командир Батумского Порта) που είχε τον στρατιωτικό τίτλο του υποναύαρχου (Контр-Адмирал): «κανένας δεν ξέρει αν αύριο θα έχουμε πόλεμο. Για αυτό πρέπει να βιαστούμε να μετατρέψουμε αυτό το λαμπρό λιμάνι, τόσο σημαντικό στον Καύκασο, απρόσιτο για τους εχθρούς και φιλόξενο για τους φίλους» [35].

Για 10 ολόκληρα χρόνια (1878-1888) το Βατούμ λειτουργούσε υπό αστυνομικό καθεστώς δεδομένου ότι δεν είχε την ιδιότητα της πόλης [36]. Σε ένα έγγραφο (Δεκέμβριος, 1880) αναφέρεται ότι μέσω ειδικών εκπροσώπων (στα ρωσικά через особых представителей) της αστικής κοινωνίας του Βατούμ (στα ρωσικά Батумское городское общество) κατατέθηκαν παρακλήσεις/απαιτήσεις, εκ των οποίων № 1 ήταν να αναγνωριστεί στο Βατούμ η ιδιότητα της πόλης (στα ρωσικά городское положение) [37]. Το 1885 οι 90 διακεκριμένοι κάτοικοι (που αναφέρονται ως обыватель) του Βατούμ απευθύνθηκαν γραπτώς στον αρμόδιο επικεφαλής των δημοτικών υποθέσεων του Καυκάσου για να αποκτήσει το Βατούμ την ιδιότητα της πόλης [38]. Για να εγκριθεί η αίτησή τους πέρασαν 3 χρόνια. Ένας λόγος για την απόρριψη ήταν και το χαμηλό εισόδημα της πόλης (κάτω των 150 χιλίων ρουβλίων) [39]. Το 1887 συνέβησαν κάποια περιστατικά οικειοποίησης δημοσίου χρήματος από το προσωπικό της διοίκησης της πόλης που έπεισαν τις αρχές να πάρουν δραστικά μέτρα [40]. Τελικά η ιδιότητα της πόλης στο Βατούμ δόθηκε στις 28 Απριλίου του 1888 [41] από τον Στρατιωτικό Κυβερνήτη του Κουταΐσι A. I. Grossman (στα ρωσικά Александр Игнатьевич Гросман ), με αρκετούς ωστόσο περιορισμούς· ως προς την υποδομή το Βατούμ υποτάχθηκε στον Κυβερνήτη του Κουταΐσι, ο δε πολιτάρχης του Βατούμ τα πρώτα 4 χρόνια δεν εκλεγόταν αλλά διοριζόταν [42].

Στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου η περιοχή έγινε ξανά το μήλον της έριδος ανάμεσα στις τότε υπερδυνάμεις. Στις 03/03/1918 στη Συνθήκη του Brest-Litovsk η Μπολσεβίκικη πλέον Ρωσία και η Γερμανία ήρθαν σε συνεννόηση (παράγραφος 4η)ώστε να αποκατασταθούν να σύνορα Ρωσίας-Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του 1877. Η Ρωσία έπρεπε λοιπόν να παραδώσει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τις περιοχές που αναφέρονται ως Ανατολική Ανατολία (στα ρωσικά Восточная Анатолия) [43]. Την ίδια χρονιά έλαβε χώρα το Συνέδριο της Τραπεζούντας (14/03-05/04). Οι εκπρόσωποι του Νοτίου Καυκάσου επιχειρούσαν να αποκατασταθούν τα σύνορα πριν το 1914, η δε οθωμανική πλευρά απαιτούσε να μπει σε εφαρμογή η απόφαση της Συνθήκης του Brest-Litovsk. Οι διαπραγματεύσεις μπήκαν σε αδιέξοδο. Στις 14/04/1918 οι δύο πλευρές συμφώνησαν να θεωρηθεί το αδιέξοδο ως «διάλειμμα» του Συνεδρίου» [44]. Αυτή η συμφωνία παραβιάστηκε από την οθωμανική πλευρά την ίδια μέρα. Στις 14 Απριλίου του 1918 το Βατούμ καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς . Υπό το οθωμανικό καθεστώς η αυτόνομη διοίκηση της πόλης, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί από τη δεκαετία του 1890, δεν καταργήθηκε. Η ήττα της Γερμανίας στον Πρώτο ΠΠ έβαλε τέλος στην 6μηνη κατάληψη του Βατούμ από τους Οθωμανούς.

Από το 1919 το Βατούμ και η ευρύτερη περιοχή μεταφέρθηκε στα χέρια της Βρετανίας, η οποία διόρισε τον Στρατηγό Cook Collis ως Κυβερνήτη της πόλης και του Oblast του Βατούμ. Στις 11/06/1920 η κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας αποφάσισε να αποσύρει τα στρατεύματά της από το Βατούμ [45] και να το παραχωρήσει στην κυβέρνηση της Γεωργιανής Δημοκρατίας [46]. Συμφώνησε και η Γαλλία. Στις 28/06/1920 επικυρώθηκε η σχετική συμφωνία με τη γεωργιανή κυβέρνηση. Στις 07/07/1920 έγινε γιορταστική τελετή παράδοσης του Βατούμ στην ανεξάρτητη Γεωργία και στις 9 Ιουλίου του ιδίου έτους τα στρατεύματα Μ. Βρετανίας-Γαλλίας αποχώρησαν από το Βατούμ [47]. Μετά τη βίαιη κατάκτηση της Γεωργίας από τη Σοβιετική πλέον Ρωσία (25/02/1921) η Τουρκία εισήγαγε αμέσως τα στρατεύματά της στο Βατούμ στις 12 και 15-16 Μαρτίου με πρόφαση την εκδίωξη των Ρώσων. Ήταν ωστόσο εμφανές ότι στόχευε στην κατάκτηση της περιοχής [48]. Στις 17 Μαρτίου η ηττημένη από του Σοβιετικούς Κυβέρνηση της Γεωργιανής Δημοκρατίας εγκατέλειψε τη Γεωργία από το λιμάνι του Βατούμ κατευθυνόμενη στην Τραπεζούντα με τελικό προορισμό τη Γαλλία. Η ηγεσία του στρατού της Γεωργιανής Δημοκρατίας πήρε την πρωτοβουλία να απελευθερώσει την πόλη του Βατούμ πριν τη φυγή. Για τον σκοπό αυτό οι εθελοντές μαχητές κατέφτασαν από όλη τη Γεωργία. Ο Στρατηγός Giorgi Mazniashvili (στα γεωργιανά გიორგი მაზნიაშვილი 1872-1937) ηγείτο του στρατού. Οι μάχες ξεκίνησαν στις 18 Μαρτίου. Στις 21 Μαρτίου οι Γεωργιανοί κατάφεραν να διώξουν τους Τούρκους από το Βατούμ και να διατηρήσουν την Ατζαρία στο πλαίσιο της Γεωργίας έστω και σοβιετοποιημένης .

Στις 16/07/1921 επικυρώθηκε το διάταγμα 54 της Επαναστατικής Επιτροπής της Γεωργίας (στα γεωργιανά საქართველოს რევოლუციური კომიტეტი), σύμφωνα με το οποίο δημιουργήθηκε η αυτόνομη δημοκρατία της Ατζαρίας στο πλαίσιο της Σοβιετικής Γεωργίας με κέντρο το Βατούμ [49] και έτσι σε όλους τους θεσμούς της Ατζαρίας, όπως και όλης της Γεωργίας, επιβλήθηκε το σοβιετικό καθεστώς.

 


[1] Το λιμάνι της πόλης είναι το βαθύτερο μετά τη Σεβαστούπολη ανάμεσα στα λιμάνια της Μαύρης θάλασσας.

[2] Προέρχεται από τη ρωσική απόδοση. Η ακριβής απόδοση, σύμφωνα με τη γεωργιανή προφορά, θα ήταν Atchara.

[3] Ούτε οι Οθωμανοί, αλλά ούτε και οι Πέρσες δεν κατάφεραν ποτέ να κατακτήσουν όλη τη Γεωργία.

[4] Σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες συγκαταλέγεται στην Οθωμανική αυτοκρατορία ήδη από το 1564. ΚΚΙΑΓ, Αρχείο 1864, Κατάλογος 1, Φάκελος 24, έγγραφο αρ. 109.

[5] Η πρώτη ιστορική μνεία προέρχεται από τον κατάλογο Ayn Ali και ανάγεται στο 1611. ა. ავალიანი, მიწათმფლობელობის ფორმები აჭარაში [A. Avaliani, Τύποι γαιοκτησίας στην Ατζαρία], (Βατούμ: 1960), σ. 132.

[6] Το 1801 η Ανατολική Γεωργία και λίγο αργότερα, το 1810 η Δυτική κατακτήθηκαν από την ρωσική αυτοκρατορία και έγιναν μια από τις περιφέρειές της.

[7] Έτσι λοιπόν οι Γεωργιανοί έπαιρναν ενεργό μέρος στους ρωσο-τουρκικούς πολέμους, κυρίως του 1806-18012, 1828-1819, 1853-1856 (κριμαϊκός πόλεμος). ო. თურმანიძე , „რუსეთ- ოსმალეთის 1877-1878 წლების ომი და სამხრეთ-დასავლეთ საქართველოს დაბრუნება [O. Turmanidze, «Ρωσο-οθωμανικός πόλεμος του 1877-1878 και η επιστροφή της Νοτιοδυτικής Γεωργίας»], στο Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας, σ. 43.

[8] D. Lieven (ed.), Cambridge History of Russia, vol. II [Imperial Russia 1689-1917], (Cambridge: Cambridge University Press 2006), σ. 210.

[9] Βλ. επιγραμματικά σε τι οφείλονταν οι επιτυχίες των καυκάσιων λαών ενάντια στην Τσαρική Ρωσία επί τόσες δεκαετίες. А. Н. Петров [A. N. Petrov], (генерал-майор/ στρατηγός-ταγματάρχης), Русская военная сила [Ρωσική Στρατιωτική Ισχύς], τ. 2ος [Αυτοκρατορική Ρωσία από το 1689 μέχρι το 1891], (Μόσχα: 1892), σ. 306.

[10] D. Lieven (ed.), Cambridge History of Russia, ό.π., σ. 210.

[11] Μετά την κατάληψη των καυκάσιων περιοχών από την Τσαρική Ρωσία όλη η περιοχή του Καυκάσου [στα ρωσικά Кавказский Край] αποτέλεσε μια μεγάλη διοικητική μονάδα που λεγόταν Τοποτηρητήριο (Namestnichestvo Наместничество) του Καυκάσου. Υπάρχει ήδη από το 1785 (για τις βορειοκαυκάσιες περιοχές) αλλά ουσιαστικά καθιερώθηκε από το τέλος του 1844 (λέγεται το Δεύτερο Τοποτηρητήριο) με τον πρώτο Τοποτηρητή του Καυκάσου [Namestnik Kavkaza Наместник Кавказа] τον πρίγκιπα M. S. Vorontsov. Αυτό το Τοποτηρητήριο από το 1846 στην Υπερκαυκασία είχε 3 Γκουμπέρνια : της Τιφλίδας, του Κουταΐσι και του Derbent. Το Τοποτηρητήριο του Καυκάσου καταργήθηκε το 1882 με τελευταίο Τοποτηρητή τον Μεγάλο Δούκα Mikhail Nikolaevich [Михаил Николаевич]. Энциклопедический словарь Брокгауза и Ефрона [Εγκυκλοπαιδικό λεξικό του Brogkauz και Efron], τόμος XIIIА (26), (Αγία Πετρούπολη: 1890-1907), σ. 819-820. Ο τόμος διαθέσιμος και στο διαδίκτυο: http://www.runivers.ru/bookreader/book10157/#page/347/mode/1up . Ο θεσμός αυτός αποκαταστάθηκε το 1905. Κράτησε μέχρι το 1917 όταν στον Καύκασο δημιουργήθηκε η Ειδική Υπερκαυκάσια Επιτροπή [στα ρωσικά Особый Закавказский Комитет]. Στα ενδιάμεσα χρόνια 1882-1905 αυτή η διοικητική μονάδα (Τοποτηρητήριο του Καυκάσου) λεγόταν Καυκάσια Διοίκηση [στα ρωσικά Кавказская администрация].

Η έδρα και το παλάτι του Τοποτηρητή του Καυκάσου βρισκόταν στην Τιφλίδα. Διατηρείται ακόμα και σήμερα στην κεντρική λεωφόρο του Rustaveli και χρησιμοποιείται ως Οίκος μαθητών και νεολαίας φιλοξενώντας διάφορες εκδηλώσεις για παιδιά και νέους.

Ο Τοποτηρητής πάντα ήταν το ανώτερο στρατιωτικό στέλεχος έχοντας τον τίτλο του Στρατηγού-Κυβερνήτη [στα ρωσικά Генерал-Губернатор]. Έπρεπε να ελέγχει την εφαρμογή των νόμων, να επιβλέπει τη λειτουργία των δικαστηρίων. Δικαιούταν να ακυρώνει τις αποφάσεις των δικαστηρίων αν τις θεωρούσε άδικες. Γενικώς, είχε ευρεία δικαιοδοσία. Βλ. λεπτομέρειες για τη θέση αυτή, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του Τοποτηρητή Энциклопедический словарь Брокгауза и Ефрона [Εγκυκλοπαιδικό λεξικό του Brogkauz και Efron], τόμος XXА (40), (Αγία Πετρούπολη: 1890-1907), σ. 517. Τόμος διαθέσιμος και στο διαδίκτυο http://www.runivers.ru/lib/book3182/10171/ , βλ. επίσης, В. М. Грибовский, Государственное устройство и управление Российской империи [V. M. Gribovsky, Κρατική οργάνωση και διοίκηση της ρωσικής αυτοκρατορίας], (Οδησσός: 1912), σ. 147. Ο τοποτηρητής του Καυκάσου διορίζεται πάντα από τον αυτοκράτορα και έχει δύο βοηθούς στον εκάστοτε κλάδο: στρατιωτικό και διοικητικό. V. M. Gribovsky, Κρατική οργάνωση και διοίκηση της ρωσικής αυτοκρατορίας, σ. 142.

[12]Акты собранные Кавказской археографической комиссией [Έγγραφα συγκεντρωμένα από την Παλαιογραφική Επιτροπή του Καυκάσου], τ. 10 (X), (Τιφλίδα: 1885), σ. 769. Τόμος διαθέσιμος και στο διαδίκτυο http://www.runivers.ru/lib/book3029/9496/

[13] Το άρθρο του Κ. Μαρξ δημοσιεύτηκε στις 14/06/1853 στο New York daily tribune, αρ. 3794. К. Маркс-Ф. Енгельс, Сочинения [Κ. Μαρξ-Φ. Έγκελς, Έργα], τόμος 9ος (Μόσχα: 1957), σ. 117.

[14] Βλ. όλο το κείμενο της συμφωνίας του Αγίου Στεφάνου σε ρωσική μετάφραση Сборник договоров России с другими государствами (1856-1917), [Συλλογή συμφωνιών της Ρωσίας με άλλα κράτη (1856-1917)], (Μόσχα: 1952), σ. 159-175.

[15] Αναλυτικά για το ποσό στο άρθρο αρ.19 της εν λόγω Συνθήκης. Συλλογή συμφωνιών της Ρωσίας, ό.π., σ. 169. Για τις περιοχές στο ίδιο άρθρο, παράγραφος β΄. ό.π. σ. 170.

[16] ო. თურმანიძე, „რუსული მმართველობის სისტემა და მხარის კოლონიზაცია“ [O. Turmanidze «Το σύστημα της ρωσικής διοίκησης και ο εποικισμός της περιοχής»], στο Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας, σ. 62.

[17] Muhajir (αραβική λέξη) σημαίνει κάποιον που επιθυμεί να φύγει από την πατρίδα του και να εγκατασταθεί αλλού, δηλ. πρόσφυγας. O. Turmanidze, «Το σύστημα της ρωσικής διοίκησης», ό.π. , σ. 68, υποσημ. 91.

[18] Άρθρο αρ. 21. Συλλογή συμφωνιών της Ρωσίας, ό.π., σ. 171.

[19] Βλ. πλήρες κείμενο στο Συλλογή συμφωνιών της Ρωσίας, ό.π., σ. 181-206.

[20] Άρθρο αρ. 59. Συλλογή συμφωνιών της Ρωσίας, ό.π., σ. 204, Батум и его окрестности [Βατούμ και τα περίχωρά του], (Βατούμ: 1906), σ. ΙΙΙ.

[21] Υπογράφτηκε στις 13/07/1878. Συλλογή συμφωνιών της Ρωσίας, ό.π., σ. 204. Βλ. επίσης Батум и его окрестности [Το Βατούμ και τα περίχωρά του], (Βατούμ: 1906), σ. ΙΙΙ.

Το να δοθεί η ιδιότητα αυτή στο λιμάνι του Βατούμ ήταν η απαίτηση και ο όρος της Μ. Βρετανίας που διαφορετικά δεν έδινε τη συγκατάβασή της στο να παραχωρηθούν οι περιοχές αυτές στη Ρωσία. ს. მესხი, წერილები აჭარაზე [S. Meskhi, Δημοσιεύματα για την Ατζαρία], στο რ. სურმანიძე [R. Surmanidze [επιμ.-σχόλια-παρατηρήσεις-ευρετήρια], (Βατούμ: 2000), σ. 84-85.

[22] Για τη φύση του καθεστώτος αυτού, τα υπέρ και τα κατά, τα οφέλη του τόσο για την ίδια την αυτοκρατορία, όσο και για τις ξένες δυνάμεις βλ. επιγραμματικά στα λήμματα που αφορούν στην οργάνωση του λιμανιού.

[23] Είναι λιγότερο γνωστό το γεγονός ότι μετά το 1886, δηλ. την άρση της ιδιότητας του Ελεύθερου λιμανιού μέχρι το 1921, δηλ. τη βίαιη σοβιετοποίηση της Γεωργίας, έγιναν 4 απόπειρες για την επαναφορά του καθεστώτος του Ελεύθερου λιμανιού στο Βατούμ. მალხაზ სიორიძე, „ბათუმის თავისუფალ ქალაქად და ნავსადგურად გამოცხადების ისტორიისთვის (1878-1920)“, [Malkhaz Sioridze, «Για την ιστορία της ανακήρυξης του Βατούμ ως ελεύθερης πόλης και Ελεύθερου λιμανιού (1878-1920)»], στο M. Sioridze, Δοκίμια, σ. 11. Βλ. λεπτομέρειες και για τις 4 περιπτώσεις, καθώς επίσης εμπεριστατωμένη ανάλυση του καθεστώτος αυτού και τις συνέπειές του στην οικονομία της πόλης και της ευρύτερης περιοχής στο M. Sioridze, «Για την ιστορία της ανακήρυξης», ό.π., σ. 11-28 (με περιλήψεις στα αγγλικά (σ. 26-27) και τα ρωσικά σ. 27-28).

Το Βατούμ ήταν η 3η πόλη στη Ρωσική αυτοκρατορία μετά την Οδησσό (1817) και το Vladivostok (1862), όπου επιβλήθηκε το εν λόγω καθεστώς παρά τη θέληση της ίδιας της αυτοκρατορίας, αυτή τη φορά με την επιμονή όχι μόνο της Αγγλίας αλλά και της Γαλλίας. ό.π. σ. 13.

[24] M. Sioridze, «Για την ιστορία της ανακήρυξης», ό.π., σ. 13.

[25] Βλ. λεπτομέρειες για τη ζωή και τη δράση του στο http://pomnipro.ru/memorypage3273/biography

[26] А. Френкель, Очерки Чурук-Су и Ватума [A. Frenkel, Δοκίμια για το Churuk-Su και Βατούμ], (Τιφλίδα: 1879), σ. 6

[27] Η μέρα αυτή έχει καθιερωθεί ως η επίσημη γιορτή της πόλης. Τα τελευταία χρόνια έχει αμφισβητηθεί αυτή η ημερομηνία και μερικοί εικάζουν πως ο ρωσικός στρατός εισήλθε στην πόλη στις 6 Σεπτεμβρίου και ίσως να πρόκειται για σύγχυση που προκάλεσε η αλλαγή του ημερολογίου. Βλ. σχετικά ფ. ქარდავა,ბათუმი ხელიდან ხელში - ბრიტანული არქივებიდან“ [P. Kardava, «Το Βατούμ σε διάφορα χέρια»], διαθέσιμο στα γεωργιανά στο http://oldbatumi.wordpress.com [στην κατηγορία «Από τα βρετανικά αρχεία»]. Εντούτοις, αυτή η ημερομηνία (25 Αυγούστου) έγινε αμέσως αποδεκτή από τις επίσημες αρχές. Βλ. ενδεικτικά Кавказский календарь на 1880 [Ημερολόγιο του Καυκάσου για το έτος 1880], изданный Главным Управлением Наместника Кавказского [Εκδοθέν από τη Γενική Διοίκηση του Τοποτηρητή του Καυκάσου], (Τιφλίδα: 1879), σ. 224.

[28] Σύμφωνα με τον αυτόπτη μάρτυρα, τον δημοσιογράφο A. Frenkel, τα ρωσικά στρατεύματα κατευθύνθηκαν προς το Βατούμ στις 22/08/1878 το πρωί. A. Frenkel, Δοκίμια για το Churuk-Su και Βατούμ, ό.π., σ. 1.

«Ακριβώς το μεσημέρι ο στρατηγός Sviatopolk-Mirsky με μεγάλη συνοδεία, τα τρία συντάγματα του ρωσικού στρατού και τον δικό μας στρατό (δηλ. των Γεωργιανών) και τον ταπεινό δούλο σας εισήλθαμε στο Βατούμ. Εισήλθαμε ειρηνικά, ήρεμα και βεβαίως, χωρίς να ακουστεί ούτε ένας πυροβολισμός». „ბათუმი, 25 აგვისტოს“ [«Βατούμ στις 25 Αυγούστου»], στο ს. მესხი, წერილები აჭარაზე [S. Meskhi, Δημοσιεύματα για την Ατζαρία], R. Surmanidze, επιμ.-σχόλια-παρατηρήσεις-ευρετήρια, (Βατούμ: 2000), σ. 107.

[29] Από σχετικά δημοσιεύματα παρουσιάζεται ως εξαιρετικά καλός άνθρωπος. Καταγράφεται και ο λόγος που προσφώνησε προτού αναχωρήσει. „ბათუმი 27 აგვისტოს“ [«Βατούμ στις 27 Αυγούστου»], στο Meskhi, Δημοσιεύματα για την Ατζαρία, ό.π., σ. 117-118.

[30] Μια από τις λεπτομερείς μαρτυρίες της εισόδου του ρωσικού στρατού εμπεριέχει και η αναφορά του Sir Alfred Biliotti [1833–1915]. Πρόκειται για τον Ιταλό Αναπληρωτή Πρόξενο της Βρετανίας στη Ρόδο, Τραπεζούντα, Κίνα και Θεσσαλονίκη. Η συγκεκριμένη αναφορά (αρ.120) συγγράφηκε στις 12/09/1878. Σύμφωνα με την ίδια μαρτυρία ο ρωσικός στρατός που εισήλθε στο Βατούμ αποτελείτο από συνολικά 7 χιλιάδες στρατιώτες. Το κείμενο της αναφοράς διαθέσιμο στο ფ. ქარდავა [P. Kardava],«Το Βατούμ σε διάφορα χέρια», στο http://oldbatumi.wordpress.com. Βλ. επίσης την επίσημη ιστοσελίδα του δημαρχείου της πόλης του Βατούμ http://www.batumi.ge/ . Όλες τις λεπτομέρειες σχετικά με την είσοδο και την υποδοχή των Ρώσων στο Βατούμ A. Frenkel, Δοκίμια για το Churuk-Su και Βατούμ, ό.π., σ. 51.

[31]Кавказский календарь на 1879 [Ημερολόγιο του Καυκάσου για το έτος 1879], изданный Главным Управлением Наместника Кавказского [Εκδοθέν από τη Γενική Διοίκηση του Τοποτηρητή του Καυκάσου], (Τιφλίδα: 1878), σ. 518.

[32] Το καταστατικό συγγράφτηκε στα ρωσικά. Βλ. τη γεωργιανή μετάφραση πλήρους κειμένου στο ვ. სიჭინავა, ბათუმის ისტორიიდან [რუსეთთან შეერთება და სოციალურ-ეკონომიური განვითარება 1878-1907] წლებში [V. Sitchinava, Από την ιστορία του Βατούμ [ενσωμάτωση με τη Ρωσία και κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη 1878-1907]], (Βατούμ: 1958), σ. 75-76.

[33] Το άρθρο αρ. 7, Συλλογή συμφωνιών της Ρωσίας, ό.π., σ. 209. ნ. ვარშანიძე, „ბათუმის ოლქი რუსულ ადმინისტრაციულ სისტემაში [1879-1900 წლები“ [N. Varshanidze, «Το Okrug του Βατούμ στο διοικητικό σύστημα της Ρωσίας (1879-1900)», საისტორიო მაცნე [Ιστορικό μηνύτωρ] 11 (2002) ბსუ- Κρατικό Πανεπιστήμιο του Βατούμ, σ. 87. Ουσιαστικά η Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης επικύρωσε ξανά την σχετική παράγραφο (αρ. 21) της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου που προαναφέρθηκε.

[34] «Για τη Ρωσία το Βατούμ έχει εξαιρετικά σημαντική στρατηγική και όχι εμπορική σημασία». Кавказский календарь на 1879 [Ημερολόγιο του Καυκάσου για το έτος 1879], ό.π., σ. 518. Βλ. περαιτέρω επιχειρηματολογία για την τοποθέτηση αυτή ό.π., σ. 518-519.

[35] Έγγραφο του 1880. Ο ίδιος στο έγγραφο αυτό καταθέτει ένα προσχέδιο για την ανάπτυξη του λιμανιού με 12 βασικά σημεία. ΚΚΙΑΓ, Αρχείο 416, Κατάλογος 3, Φάκελος 820, φύλλα 2-3.

[36] Για το καθεστώς που επικρατούσε στο Βατούμ πριν από το 1878 εν συντομία στο ვ. სიჭინავა [V. Sitchinava], Από την ιστορία του Βατούμ, ό.π., σ. 75.

[37] ΚΚΙΑΓ, Αρχείο 416, Κατάλογος 3, Φάκελος 820, φύλλο 11.

[38] Ι. С. Месхи, «Очерк развития батумского городского хозяйства» [I. S. Meskhi, «Δοκίμιο για την ανάπτυξη δημοτικής διοίκησης του Βατούμ»], στο Батум и его окрестности [Το Βατούμ και τα περίχωρά του], (Βατούμ: 1906), σ. 483. Βλ. απόσπασμα από το έγγραφο αυτό στην ίδια σελίδα.

[39] Βλ. απόσπασμα από το σχετικό έγγραφο με τους λόγους της απόρριψης I. S. Meskhi, «Δοκίμιο για την ανάπτυξη δημοτικής διοίκησης του Βατούμ», ό.π., σ. 484.

[40] Βλ. λεπτομέρειες მალხაზ სიორიძე, „საქალაქო თვითმმართველობის შექმნა ბათუმში“, [Malkhaz Sioridze, «Δημιουργία της αυτοδιοίκησης στο Βατούμ»], M. Sioridze, Δοκίμια, σ. 214-215. Οικειοποιήθηκαν 4 χιλιάδες ρούβλια. ტ. კოპალეიშვილი, „საქალაქო თვითმმარველობის გამოცხადება ბათუმში 1888 წ.“ [T. Kopaleishvili, «Ανακήρυξη της αστικής αυτοδιοίκησης στο Βατούμ το 1888», საისტორიო მაცნე [Ιστορικό μηνύτωρ] 11 (2002) ბსუ- Κρατικό Πανεπιστήμιο του Βατούμ, σ. 72.

[41] I. S. Meskhi, «Δοκίμιο για την ανάπτυξη δημοτικής διοίκησης του Βατούμ», ό.π., σ. 486. M. Sioridze, «Δημιουργία της αυτοδιοίκησης στο Βατούμ», ό.π., σ. 215. თ. კომახიძე, ქალაქ ბათუმის დაგეგმარებისა და განაშენიანების ისტორია [T. Komakhidze, Ιστορία σχεδιασμού και ανέγερσης διάφορων κτηρίων της πόλης του Βατούμ], βιβλίο 6ο, Βατούμ 2000, σ. 38.

[42] ო. თურმანიძე, „რუსული მმართველობის სისტემა და მხარის კოლონიზაცია“ [O. Turmanidze «Το σύστημα της ρωσικής διοίκησης και ο εποικισμός της περιοχής»], στο Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας, σ. 60. Χωρίς αμφιβολία ήταν μορφή περιορισμένης αυτοδιοίκησης. T. Kopaleishvili, «Ανακήρυξη της αστικής αυτοδιοίκησης», ό.π., σ. 73.

[43] Βλ. πλήρες κείμενο της Συνθήκης του Brest στο http://www.hrono.ru/dokum/191_dok/19180303brest.php : «Τα Okrug Ardahan, Καρς και Βατούμ πρέπει να καθαρίσουν αμέσως από τα ρωσικά στρατεύματα. Η Ρωσία δεν θα επεμβαίνει πια στην καινούρια οργάνωση αυτών των Okrug από άποψη κρατικών-δικαιωματικών και διεθνών-νομικών σχέσεων».

[44] Επίσημη ιστοσελίδα του δημαρχείου της πόλης του Βατούμ http://www.batumi.ge/ge/?page=show&sec=2

[45] Είναι μεγάλο κεφάλαιο το γιατί αποφάσισαν οι χώρες της Αντάντ να αποχωρήσουν από το Βατούμ. Βλ. σχετικές αναφορές მალხაზ სიორიძე, „ბათუმი საქართველო-ანტანტის ურთიერთობაში 1920 წლის პირველ ნახევარში“, [Malkhaz Sioridze, «Βατούμ στις σχέσεις Γεωργίας-Αντάντ το πρώτο μισό του 1920»], στο M. Sioridze, Δοκίμια, σ. 172-190.

[46] Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση οι Γεωργιανοί πολιτικοί παράγοντες που προέρχονταν από τον χώρο του Σοσιαλδημοκρατικού -Δημοκρατικού κόμματος (οι λεγόμενοι Μενσεβίκοι, Меньшевики) ανακήρυξαν την ανεξαρτησία της Γεωργίας στις 26/05/1918 με το όνομα Γεωργιανή Δημοκρατία [στα γεωργιανά საქართველოს დემოკრატიული რესპუბლიკა, διεθνώς Democratic Republic of Georgia (DRG).

[47] M. Sioridze, «Βατούμ στις σχέσεις Γεωργίας-Αντάντ», ό.π., σ. 186.

[48]http://www.batumi.ge/ge/?page=show&sec=2

[49]http://batumicc.ge/index.php?lang=1&page=menu&top_menu=1&l_menu=9


Αναφορές

English Language

Archival sources:

- CSHAG: Central State Historical Archive of Georgia, Archive 1864, Directory 1, File 24, document no. 109 in Russian. The whole file contains documents of the Foreign Ministry of the Georgian Republic (1920)

- CSHAG: Central State Historical Archive of Georgia, Archive 416, Directory 3, File 820.

Bibliography:

- Акты собранные Кавказской археографической комиссией [Documents collected by the Caucasus Palaeography], vol. 10 (X), (Tbilisi: 1885).

- ა. ავალიანი, მიწათმფლობელობის ფორმები აჭარაში [A. Avaliani, Types of landownership in Adjara], (Batoum: 1960).

- ნ. ვარშანიძე, „ბათუმის ოლქი რუსულ ადმინისტრაციულ სისტემაში (1879-1900 წლები [N. Varshanidze “The Okrug of Batoum in the administrative system of Russia (1879-1900”], საისტორიო მაცნე [Historical informer] 11 (2002) ბსუ- State University of Batoum,

- Батум и его окрестности [Batoum and its surroundings], (Batoum: 1906).

- В. М. Грибовский [V. M. Gribovsky], Государственное устройство и управление Российской империи [State Organization and administration of the Russian Empire], (Odessa: 1912).

- Энциклопедический словарь Брокгауза и Ефрона [Encyclopedic dictionary of Brogkauz and Efron], volume XIIIА (26), (St. Petersburg: 1890-1907).

- Энциклопедический словарь Брокгауза и Ефрона [Encyclopedic dictionary of Brogkauz and Efron], volume Том XXА (40), (St. Petersburg: 1890-1907).

- Кавказский календарь на 1879 [Caucasian Calendar for the year 1879], изданный Главным Управлением Наместника Кавказского [Issued by the General Administration of Caucasian Viceroy], (Tbilisi: 1878), p. 518.

Ø Кавказский календарь на 1880 [Caucasian Calendar for the year 1880], изданный Главным Управлением Наместника Кавказского [Issued by the General Administration of Caucasian Viceroy], (Tbilisi: 1879).

- თ. კომახიძე, ქალაქ ბათუმის დაგეგმარებისა და განაშენიანების ისტორია [T. Komakhidze, The history of design and construction of various buildings in the city of Batoum], book 6, (Batoum: 2000).

- ტ. კოპალეიშვილი, „საქალაქო თვითმმარველობის გამოცხადება ბათუმში 1888 წ. [T. Kopaleishvili, “Proclamation of urban self-administration in Batoum in 1888”], საისტორიო მაცნე [Historical informer] 11 (2002) ბსუ- State University of Batoum.

- D. Lieven (ed.), Cambridge History of Russia, vol. II (Imperial Russia 1689-1917), (Cambridge University Press: 2006).

- К. Маркс-Ф. Енгельс, Сочинения [Κ. Marx-F. Engels, Works], volume 9 (Moscow: 1957).

- Ι. С. Месхи, «Очерк развития батумского городского хозяйства» [I. S. Meskhi, “Essay on the development of municipal administration of Batoum”], in Батум и его окрестности [Batoum and its surroundings], (Batoum: 1906).

- ს. მესხი, წერილები აჭარაზე [S. Meskhi, Publications on Adjara], in რ. სურმანიძე [R. Surmanidze ed,-comments-remarks-indexes], (Batoum: 2000).

- А. Н. Петров, (генерал-майор/ General-Major), Русская военная сила [A. N. Petrov, Russian military power], vol. 2 (Imperial Russia from 1689 to 1891), (Moscow: 1892).

- მალხაზ სიორიძე, „ბათუმის თავისუფალ ქალაქად და ნავსადგურად გამოცხადების ისტორიისთვის (1878-1920), [Malkhaz Sioridze, “About the history of the proclamation of Batoum as a free city and a Free port (1878-1920], in მალხაზ სიორიძე, ნარკვევები ბათუმის ისტორიიდან [Malkhaz Sioridze, Essays on Batoum’s history], (Tbilisi: 2011), pp. 11-28.

- მალხაზ სიორიძე, „საქალაქო თვითმმართველობის შექმნა ბათუმში“, [Malkhaz Sioridze, “The establishment of Batoum’s self-government”, in მალხაზ სიორიძე, ნარკვევები ბათუმის ისტორიიდან [Malkhaz Sioridze, Essays on Batoum’s history], (Tbilisi: 2011), pp. 210-222.

- მალხაზ სიორიძე, „ბათუმი საქართველო-ანტანტის ურთიერთობაში 1920 წლის პირველ ნახევარში, [Malkhaz Sioridze, “Batoum in the relations between Georgia-Entente in the first half of 1920”], in მალხაზ სიორიძე, ნარკვევები ბათუმის ისტორიიდან [Malkhaz Sioridze, Essays on Batoum’s history], (Tbilisi: 2011), pp. 172-190.

- ვ. სიჭინავა, ბათუმის ისტორიიდან (რუსეთთან შეერთება და სოციალურ-ეკონომიური განვითარება 1878-1907 წლებში [V. Sitchinava, From the history of Batoum’s integration with Russia and socio-economic development 1878-1907], (Batoum: 1958).

- Сборник договоров России с другими государствами (1856-1917), [Collection of Russia’s agreements with other states 1856-1917], (Moscow: 1952).

- ო. თურმანიძე, რუსეთ- ოსმალეთის 1877-1878 წლების ომი და სამხრეთ-დასავლეთ საქართველოს დაბრუნება [O. Turmanidze, “Russo-Turkish War of 1877-1878 and the return of southwestern Georgia”], in the Essays on the history of southwestern Georgia.

Ø ო. თურმანიძე, რუსული მმართველობის სისტემა და მხარის კოლონიზაცია [O. Turmanidze, «The system of the Russian administration and the colonization of the region»], in Essays on the history of southwestern Georgia.

Ø А. Френкель, Очерки Чурук-Су и Ватума [A. Frenkel, Essays on Churuk-Su and Batoum], (Tbilisi: 1879).


 

Ελληνική Γλώσσα [in greek language]

Websites:

- http://www.batumi.ge/ge/?page=show&sec=2 (επίσημη ιστοσελίδα του δημαρχείου της πόλης του Βατούμ)

- http://batumicc.ge/index.php?lang=1&page=menu&top_menu=1&l_menu=9 (επίσημη ιστοσελίδα του Συμβουλίου του Βατούμ)

- http://www.hrono.ru/dokum/191_dok/19180303brest.php (πλήρες κείμενο της Συνθήκης του Brest)

- http://oldbatumi.wordpress.com (στην κατηγορία «Από τα βρετανικά αρχεία»)

- http://pomnipro.ru/memorypage3273/biography (Ρωσική ιστοσελίδα αποκλειστικά με βιογραφικά στοιχεία των αποθνησκόντων, όχι πάντα, επώνυμων ατόμων)

- http://www.runivers.ru/bookreader/book10157/page/347/mode/1up (Энциклопедический словарь Брокгауза и Ефрона (Εγκυκλοπαιδικό λεξικό του Brogkauz και Efron), τόμος XIIIА (26), (Αγία Πετρούπολη: 1890-1907)

- http://www.runivers.ru/lib/book3182/10171/ (Энциклопедический словарь Брокгауза и Ефрона (Εγκυκλοπαιδικό λεξικό του Brogkauz και Efron), τόμος Том XXА (40), (Αγία Πετρούπολη: 1890-1907)

- http://www.runivers.ru/lib/book3029/9496/ (Акты собранные Кавказской археографической комиссией (Έγγραφα συγκεντρωμένα από την Παλαιογραφική Επιτροπή του Καυκάσου), τ. 10 (X), (Τιφλίδα: 1885).

Archival sources:

- ΚΚΙΑΓ: Κεντρικά Κρατικά Ιστορικά Αρχεία της Γεωργίας, Αρχείο 1864, Κατάλογος 1, Φάκελος 24, έγγραφο 109 στα ρωσικά. Όλος ο φάκελος εμπεριέχει έγγραφα του Υπουργείου Εξωτερικών της Γεωργιανής Δημοκρατίας (1920)

- ΚΚΙΑΓ: Αρχείο 416, Κατάλογος 3, Φάκελος 820.

Bibliography:

- Акты собранные Кавказской археографической комиссией (Έγγραφα συγκεντρωμένα από την Παλαιογραφική Επιτροπή του Καυκάσου), τ. 10 (X), Τιφλίδα 1885.

- ა. ავალიანი, მიწათმფლობელობის ფორმები აჭარაში [A. Avaliani, Τύποι γαιοκτησίας στην Ατζαρία], (Βατούμ: 1960).

- ნ. ვარშანიძე, „ბათუმის ოლქი რუსულ ადმინისტრაციულ სისტემაში (1879-1900 წლები“ [N. Varshanidze, «Το Okrug του Βατούμ στο διοικητικό σύστημα της Ρωσίας (1879-1900)»], საისტორიო მაცნე (Ιστορικό μηνύτωρ) 11 (2002) ბსუ- Κρατικό Πανεπιστήμιο του Βατούμ.

- Батум и его окрестности [Βατούμ και τα περίχωρά του], (Βατούμ: 1906).

- В. М. Грибовский, Государственное устройство и управление Российской империи [V. M. Gribovsky, Κρατική οργάνωση και διοίκηση της ρωσικής αυτοκρατορίας], (Οδησσός: 1912).

- Энциклопедический словарь Брокгауза и Ефрона [Εγκυκλοπαιδικό λεξικό του Brogkauz και Efron], τόμος XIIIА (26), (Αγία Πετρούπολη: 1890-1907).

Энциклопедический словарь Брокгауза и Ефрона [Εγκυκλοπαιδικό λεξικό του Brogkauz και Efron], τόμος XXА (40), (Αγία Πετρούπολη: 1890-1907).

- Кавказский календарь на 1879 [Ημερολόγιο του Καυκάσου για το έτος 1879], изданный Главным Управлением Наместника Кавказского [Εκδοθέν από τη Γενική Διοίκηση του Τοποτηρητή του Καυκάσου], (Τιφλίδα: 1878), σ. 518.

Кавказский календарь на 1880 [Ημερολόγιο του Καυκάσου για το έτος 1880], изданный Главным Управлением Наместника Кавказского [Εκδοθέν από τη Γενική Διοίκηση του Τοποτηρητή του Καυκάσου], (Τιφλίδα: 1879).

- თ. კომახიძე, ქალაქ ბათუმის დაგეგმარებისა და განაშენიანების ისტორია [T. Komakhidze, Ιστορία σχεδιασμού και ανέγερσης διάφορων κτηρίων της πόλης του Βατούμ], βιβλίο 6ο, (Βατούμ: 2000).

- ტ. კოპალეიშვილი, „საქალაქო თვითმმარველობის გამოცხადება ბათუმში 1888 წ.“ [T. Kopaleishvili, «Ανακήρυξη της αστικής αυτοδιοίκησης στο Βατούμ το 1888»], საისტორიო მაცნე (Ιστορικό μηνύτωρ) 11 (2002) ბსუ- Κρατικό Πανεπιστήμιο του Βατούμ.

- D. Lieven (ed.), Cambridge History of Russia, vol. II (Imperial Russia 1689-1917), (Cambridge University Press: 2006).

- К. Маркс-Ф. Енгельс, Сочинения [Κ. Μαρξ-Φ. Έγκελς Έργα], τόμος 9ος (Μόσχα: 1957).

- Ι. С. Месхи, «Очерк развития батумского городского хозяйства» [I. S. Meskhi, «Δοκίμιο για την ανάπτυξη δημοτικής διοίκησης του Βατούμ»], στο Батум и его окрестности [Το Βατούμ και τα περίχωρά του], (Βατούμ: 1906).

- ს. მესხი, წერილები აჭარაზე [S. Meskhi, Δημοσιεύματα για την Ατζαρία], στο რ. სურმანიძე [R. Surmanidze επιμ.-σχόλια-παρατηρήσεις-ευρετήρια], (Βατούμ: 2000).

- А. Н. Петров, (генерал-майор/ στρατηγός-ταγματάρχης), Русская военная сила [A. N. Petrov, Ρωσική Στρατιωτική Ισχύς], τ. 2ος (Αυτοκρατορική Ρωσία από το 1689 μέχρι το 1891), (Μόσχα: 1892).

- მალხაზ სიორიძე, „ბათუმის თავისუფალ ქალაქად და ნავსადგურად გამოცხადების ისტორიისთვის (1878-1920)“, [Malkhaz Sioridze, «Για την ιστορία της ανακήρυξης του Βατούμ ως ελεύθερης πόλης και Ελεύθερου λιμανιού (1878-1920)»], στο ნარკვევები ბათუმის ისტორიიდან [Malkhaz Sioridze, Δοκίμια για την ιστορία του Βατούμ], (Τιφλίδα: 2011), σ. 11-28.

- მალხაზ სიორიძე, „საქალაქო თვითმმართველობის შექმნა ბათუმში“, [Malkhaz Sioridze «Δημιουργία της αυτοδιοίκησης στο Βατούμ»], στο მალხაზ სიორიძე, ნარკვევები ბათუმის ისტორიიდან [Malkhaz Sioridze, Δοκίμια για την ιστορία του Βατούμ], (Τιφλίδα: 2011), σ. 210-222.

- მალხაზ სიორიძე, „ბათუმი საქართველო-ანტანტის ურთიერთობაში 1920 წლის პირველ ნახევარში“, [Malkhaz Sioridze, «Βατούμ στις σχέσεις Γεωργίας-Αντάντ το πρώτο μισό του 1920»], στο მ. სიორიძე, მალხაზ სიორიძე, ნარკვევები ბათუმის ისტორიიდან [M. Sioridze ,Δοκίμια για την ιστορία του Βατούμ], (Τιφλίδα: 2011), σ. 172-190.

- ვ. სიჭინავა, ბათუმის ისტორიიდან (რუსეთთან შეერთება და სოციალურ-ეკონომიური განვითარება 1878-1907 წლებში [V. Sitchinava, Από την ιστορία του Βατούμ ενσωμάτωση με τη Ρωσία και κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη 1878-1907], (Βατούμ: 1958).

- Сборник договоров России с другими государствами (1856-1917), [Συλλογή συμφωνιών της Ρωσίας με άλλα κράτη (1856-1917)], (Μόσχα: 1952).

- ო. თურმანიძე, „რუსეთ- ოსმალეთის 1877-1878 წლების ომი და სამხრეთ-დასავლეთ საქართველოს დაბრუნება [O. Turmanidze, «Ρωσο-οθωμανικός πόλεμος του 1877-1878 και η επιστροφή της Νοτιοδυτικής Γεωργίας»], στο Δοκίμια για την ιστορία της ΝΔ Γεωργίας.

- ო. თურმანიძე, „რუსული მმართველობის სისტემა და მხარის კოლონიზაცია [O. Turmanidze, «Το σύστημα της ρωσικής διοίκησης και ο εποικισμός της περιοχής»], στο Δοκίμια για την ιστορία της Νοτιοδυτικής Γεωργίας.

- А. Френкель, Очерки Чурук-Су и Ватума [A. Frenkel, Δοκίμια για το Churuk-Su και Βατούμ], (Τιφλίδα: 1879).


Επιστροφή